Greek Reports (Ελληνικά)

Δικοινοτικότητα, Διζωνικότητα, Πολιτική Ισότητα

Η διμερώς συμφωνημένη και διεθνώς εγκεκριμένη βάση της λύσης δικοινοτικής διζωνικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα δεν προέκυψε εκ του μηδενός.

Μέσα στους τρεις αιώνες της Τουρκικής διακυβέρνησης δημιουργήθηκε στην Κύπρο μία ευγεμέθης Τουρκική κοινότητα, δίπλα στην πληθέστερη γηγενή Ελληνική, με δική της εθνότητα, θρησκεία, γλώσσα και παράδοση.

Η κοινότητα αυτή κατέστη έτσι Κυπριακή όπως και οι άλλες μικρότερες κοινότητες.

Κατά την ογδονταετή διακυβέρνησή τους, οι Άγγλοι αναγνώρισαν την κοινοτική υπόσταση των Τουρκοκυπρίων, όπως και των μικροτέρων κοινοτήτων, διατηρώντας την αυτοτέλειά τους στα της εθνότητας, θρησκείας, γλώσσας και παράδοσης και παραχωρώντας τους αντίστοιχη συμμετοχή σε όλους τους τομείς της διοίκησης χωρίς όμως συγκεκριμένες αναλογίες.

Με την Ανεξαρτησία, η κοινοτική υπόσταση των Τουρκοκυπρίων, μαζί με εκείνη των Ελληνοκυπρίων, έλαβε νέα αναγνωρισμένη διάσταση και ενσωματώθηκε σε όλες τις θεμελιώδεις και μη τροποποιήσιμες πρόνοιες του ιδίου του Συντάγματος το οποίο, απορροφώντας πολιτειακά τις άλλες τρεις μικρότερες κοινότητες στην Ελληνική ή την Τουρκική ανάλογα με την επιλογή τους, καθιέρωσε έτσι τη δικοινοτικότητα ως το βασικό χαρακτηριστικό του νέου κράτους. Η δικοινοτικότητα αυτή ενυπάρχει σε όλο το σώμα του Συντάγματος, στην Ελληνική και την Τουρκική ως τις επίσημες γλώσσες, στην Προεδρία και την Αντιπροεδρία του κράτους με συγκεκριμένες κοινές αρμοδιότητες όσον αφορά την εκτελεστική εξουσία και με αντίστοιχα βέτο, στην Προεδρία και την Αντιπροεδρία της Βουλής με αναλογική συμμετοχή στο σώμα και χωριστές πλειοψηφίες των βουλευτών των δύο κοινοτήτων όσον αφορά τροποποιήσεις του Συντάγματος, του εκλογικού νόμου και του νόμου περί δήμων όπως και όσον αφορά φορολογικούς νόμους, στις χωριστές Κοινοτικές Συνελεύσεις με αρμοδιότητα στα εκκλησιαστικά, παιδευτικά, μορφωτικά και άλλα συναφή θέματα, στη δικαστική εξουσία, στους ανεξάρτητους αξιωματούχους, στη δημόσια υπηρεσία, στις δυνάμεις ασφαλείας και στα χωριστά δημαρχεία στις πόλεις.

Με τη μετακίνηση των πληθυσμών ως αποτέλεσμα της Τουρκικής εισβολής και κατοχής επήλθε μία ντε φάκτο διαφοροποίηση η οποία επέκτεινε τη διαμορφωθείσα από το 1964 χωριστική διαβίωση των κοινοτήτων. Η εγκατάσταση όλων των Τουρκοκυπρίων από την ελεγχόμενη από τη Δημοκρατία στην κατεχόμενη από την Τουρκία περιοχή και σχεδόν όλων των Ελληνοκυπρίων από την κατεχόμενη από τη  Τουρκία στην ελεγχόμενη από τη Δημοκρατία περιοχή ταύτισε τη δικοινοτικότητα με τη ντε φάκτο διζωνικότητα.

Με δεδομένη τώρα τη δικοινοτικότητα σε διζωνική πλέον βάση, η πολιτική ισότητα ακολούθησε αναπόφευκτα ως αναγνώριση της ντε φάκτο χωριστής λειτουργίας Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων σε κοινοτικό όσο και σε εδαφικό επίπεδο.

Η έτσι προκύψασα κατάσταση αποτέλεσε το υπόβαθρο για τη βάση της λύσης της δικοινοτικής διζωνικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα η οποία, ήδη αναδυόμενη στις συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου, από το 1991 με το ψήφισμα 716 αποτελεί μέρος της προκριθείσας από τα ΗΕ λύσης, επαναλαμβανόμενης έκτοτε στα ψηφίσματα που ακολούθησαν και πολλάκις βεβαιωθείσας από τα μέρη.

Μακράν του να αποτελή κίνδυνο για την υπόσταση και την ενότητα του κράτους, η δικοινοτική διζωνική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα απολήγει να είναι όχι μόνο συμφωνημένη αλλά και ιστορικά και πραγματιστικά η μόνη δυνατή πολιτική μορφή της λύσης. Αναγνωρίζει τη συνέχιση της για δεκαετίες ισχύουσας χωριστής κοινωνικής καθημερινότητας της ζωής των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων οι οποίοι θα απολαμβάνουν της δικής τους διοίκησης, απλοποιώντας τους πολύπλοκους μηχανισμούς του Συντάγματος και αποφεύγοντας ανάλογες προστριβές και διενέξεις που θα όξυναν την εθνική, θρησκευτική, γλωσσική και πολιτιστική διαφορετικότητα των δύο κοινοτήτων και θα έθεταν το κράτος σε συνεχή δοκιμασία. Σε τούτο δε, όπως και στην εύρυθμη λειτουργία του κεντρικού κράτους, θα συντείνη αποφασιστικά η επέκταση των αρμοδιοτήτων των πολιτειών σε όλους τους τομείς της τοπικής λειτουργίας και ο περιορισμός των αρμοδιοτήτων της ομόσπονδης κυβέρνησης στις απαραίτητες για τη διεθνή λειτουργία του κράτους ως ενός κράτους. Ενώ οι συγκλίσεις για τη διασταυρούμενη ψήφο θα συντείνουν τα μέγιστα στη συνεργασία των κοινοτήτων στη βάση κοινών πολιτικών αντιλήψεων που θα υπερβαίνουν τις όποιες κοινοτικές διαφορές, κατάσταση που αναμένεται να διαμορφωθή και στο Υπουργικό Συμβούλιο και στα νομοθετικά σώματα. Να μη ξεχνούμε δε ότι η ομόσπονδη Κύπρος θα συνεχίση να είναι μέλος της ΕΕ, ώστε ουσιαστικά τόσα πολλά πράγματα θα διέπονται από το Ευρωπαικό δίκαιο ώστε τα περιθώρια διαφορών στο ομοσπονδιακό, όπως και στο πολιτειακό, επίπεδο αναμένεται να μικραίνουν ακόμα περισσότερο και, αν προκύπτουν, θα υπόκεινται σε ένα αποτελεσματικό μηχανισμό επίλυσης. Η πολιτική ισότητα, εντασσόμενη στο όλο πλαίσιο Γκουτέρες, θα ενεργήση μάλλον θετικά παρά αρνητικά στη λειτουργικότητα του ομόσπονδου κράτους, με κύριο βεβαίως πάντα όφελος την παράλληλη απαλλαγή από τα Τουρκικά στρατεύματα, εγγυήσεις και επεμβατικά δικαιώματα.

Για τα υπόλοιπα θα μεριμνήση ο χρόνος και προ πάντων η οικονομία. Η οικονομία μία εθνότητα, μία θρησκεία, μία γλώσσα και μία παράδοση έχει, γι’ αυτό και ενώνει τους ανθρώπους εκεί που εκείνα τους χωρίζουν κατά τα άλλα. Μαζί με την οικονομία σε όλη την έκταση και τις εκφάνσεις της πάει και ο κοσμοπολιτισμός, ο σεβασμός, η συμβίωση και η αλληλεπίδραση της διαφορετικότητας. Για να μπορέση να απολαμβάνη επί τέλους και αυτός ο τόπος εκείνο που για άλλους είναι δεδομένο – την ειρήνη και την ευημερία ως το μέγιστο αγαθό.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Back to top button