Greek Reports (Ελληνικά)

Αυστραλοέλληνες – Περιγράφοντας το παρόν, ανιχνεύοντας το μέλλον.

Ο ταυτοτικός αυτοπροσδιορισμός, ο ετεροπροσδιορισμός, αλλά και οι προβολές στο μέλλον, είτε μιλάμε για την προσωπική μας ζωή, είτε για τη συλλογική, δηλαδή για τη ζωή μας ως ομογένεια, ως κάτοικοι και πολίτες της Αυστραλίας (ελληνικής καταγωγής), ή ως κάτοικοι αυτού του πλανήτη, είναι ανθρώπινη, είναι οντολογική ανάγκη, νομίζω, είναι ιδεολογική-φιλοσοφική θέση, είναι «προγραμματισμός» για τα μελλούμενα.

Αν κάποιος ή κάποια επιχειρήσει να δώσει σε γενικές γραμμές τα κύρια χαρακτηριστικά της ελληνοαυστραλιανής κοινότητας στο τέλος του 2015, τα δημογραφικά, τα πολιτισμικά, τα κοινωνικά, τα οικονομικά, και άλλα χαρακτηριστικά της ομογένειας, θα μπορούσε να πει τα εξής.

Η ελληνική ομογένεια της Αυστραλίας έχει ως αφετηρία της τα 378.300 περίπου άτομα που στην απογραφή του 2011 αυτοπροσδιορίστηκαν ό,τι είναι ελληνικής καταγωγής.

Αυτός ο αριθμός, μετά την πολυεπίπεδη και πολυετή κρίση στην Ελλάδα των τελευταίων χρόνων, ίσως να έχει φτάσει και ξεπεράσει σήμερα τα 400.000 άτομα, με τον επαναπατρισμό αρκετών αλλά όχι πολλών Αυστραλογεννημένων Ελλήνων στην Ωκεανία.

Τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των χρόνων της μαζικής μετανάστευσης, που γιγάντωσαν αριθμητικά τη μικρή ελληνική ομογένεια που είχε δημιουργηθεί προπολεμικά είναι γνωστά. Η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων μεταναστών και μεταναστριών προέρχονταν από την επαρχία, είχε στοιχειώδη μόρφωση και βιοπορίστηκε στα εργοστάσια της Αυστραλίας. Ο επαγγελματικός εμπλουτισμός της πρώτης γενιάς, η μικροεπιχειρηματική δράση για παράδειγμα, δεν αφορούσε την πλειοψηφία αυτής της γενιάς. Η πρώτη γενιά, δημογραφική μειοψηφία πλέον εδώ και πολλά χρόνια, ναι μεν συμμετέχει στους μικρόκοσμους που η ίδια έχει δημιουργήσει (σύλλογοι διαφόρων μορφών), ναι μεν έχει στο όνομά της περιουσιακά στοιχεία και «σφραγίδες» μικρής ή μεγαλύτερης εμβέλειας, όμως, ο απόηχος της ζωής και της δράσης της στην ευρύτερη αυστραλογεννημένη ομογένεια, όπως και στην ευρύτερη κοινωνία, ο απόηχός της σε αυτό που ονομάζουμε ευρύτερο δημόσιο χώρο, όταν δεν είναι πλέον σχεδόν περιθωριακός είναι πρωτίστως παθητικός.

Η δημογραφικά, οικονομικά και κοινωνικά «ρωμαλέες» δεύτερες και τρίτες γενιές τώρα, δεν είναι υπερβολή νομίζω να πούμε πως εκφράζουν την ελληνικότητά τους, σχηματικά και απλουστευτικά πολλές φορές, πρωτίστως μέσα από την προσωπική τους ζωή. Εκφράζουν και αντιλαμβάνονται μια ελληνικότητα έτσι όπως την έζησαν, την κατανόησαν, ή την κληρονόμησαν από την πρώτη γενιά, με τα γνωστά κοινωνικά, εκπαιδευτικά και άλλα χαρακτηριστικά της. Η ορθόδοξη θρησκευτική ταυτότητα αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικότητας αυτών των γενεών. Ο κύκλος της ζωής, με κορυφαίες του εκφράσεις τη βάφτιση, το θρησκευτικό γάμο, την ετήσια ονομαστική γιορτή, ή τη θρησκευτική κηδεία είναι ελληνικότητα. Το κλαρίνο, ο τσολιάς, η παραδοσιακή μουσική και οι παραδοσιακές ενδυμασίες διαφόρων περιοχών του Ελληνισμού, (Ελλαδικού, Κυπριακού, Μικρασιάτικου, κ.λπ.), είναι εκφράσεις ελληνικότητας.

Η δημιουργία των αστών ποιητών Γιώργου Σεφέρη και Οδυσσέα Ελύτη για παράδειγμα, ή ενδεικτικά αναφέρω η μουσική του Μάνου Χατζιδάκι, ποίηση και μουσική που αναδεικνύουν την ελληνική ιστορία, τη γλώσσα, τον πολιτισμό, την ιδιαιτερότητα του Ελληνισμού, είτε στα ελληνικά, είτε στα αγγλικά, δεν αποτελούν σημαντική συνιστώσα της «ελληνικότητας, όπως την αντιλαμβάνεται η συντριπτική πλειοψηφία της αυστραλογεννημένης και αγγλόφωνης πλέον ομογένειας.

Ούτε αποτελεί ταυτοτική συνιστώσα του ατομικού και συλλογικού της είναι, η πολιτισμική δραστηριότητα και η καλλιτεχνική δημιουργία όσων λίγων προσπαθούν να συγκεράσουν την όποια ελληνική ταυτότητα με ευρύτερες ντόπιες επιρροές και αναζητήσεις, μεταναστευτικές και άλλες…

Το μεταναστευτικό βίωμα, με οτιδήποτε αυτό συνεπάγεται στον καθορισμό της ατομικής και συλλογικής ταυτότητας είναι καθοριστικό. Αυτό όμως που «ισοπεδώνει», διαμορφώνει η καθοδηγεί σε ατομικό και/ή συλλογικό επίπεδο κατά τη γνώμη μου, είναι οι επιρροές της κυρίαρχης λαϊκής κουλτούρα και καθημερινότητας της ευρύτερης αγγλοκελτοκρατούμενης Αυστραλίας και, δευτερευόντως, η διαμεσολαβημένη «λαϊκή» Ελληνικότητα (όπως ορίζεται από την παροικιακή δράση, τα ΜΜΕ, τα κοινωνικά μέσα, την οικογένεια, το ελληνικό σχολείο της Αυστραλίας), του ελάχιστου τις περισσότερες φορές κοινού στοχαστικού, αισθητικού και επικοινωνιακού παρονομαστή.

Αυτοί κατά την άποψή μου είναι οι παράγοντες που καθορίζουν σε σημαντικό βαθμό την «υβριδική» ελληνοαυστραλιανή ταυτότητα που πλάθεται και αναπλάθεται συνεχώς, μια ταυτότητα που είναι διασπορική, με ντόπια στοιχεία, αλλά δεν είναι φυσικά αγγλοκελτική, ή ελληνική, όπως είναι η ταυτότητα που διαμορφώνεται μέσα από το ιστορικό, κοινωνικό και ιδεολογικό γίγνεσθαι των δυο κρατικών οντοτήτων του Ελληνισμού στην Ελλάδα και στην Κύπρο.

Στο μέλλον, η ελληνοαυστραλιανή κοινότητα μπορεί να μοιάζει σε κάποια της χαρακτηριστικά με τον Ελληνισμό της Αμερικής (γλώσσα, θρησκευτικότητα, κ.λπ.) για παράδειγμα, θα είναι όμως μια κοινότητα που θα έχει συνδιαμορφωθεί σε άλλη κοινωνία, σε άλλη εποχή, σε άλλη χώρα, σε άλλες συνθήκες και συγκυρίες από αυτές των Η.Π.Α για παράδειγμα…

Αν υιοθετήσουμε την πραγματιστική και οφελιμίστικη συν τοις άλλοις άποψη πως μέρος του Ελληνισμού στην Αυστραλία και αλλού μπορούν να αποτελέσουν όλοι/ες όσοι, ανεξάρτητα από την καταγωγή τους, σχετίζονται λίγο ή πολύ με τον ελληνικό πολιτισμό και την ελληνική παιδεία.

Κεφαλαιώδες ζήτημα για το μέλλον του Ελληνισμού στους Αντίποδες θα είναι κατά την άποψή μου ο τρόπος με τον οποίο επιλέγουμε να εκφράζουμε την ελληνικότητά μας όλο/ες όσοι υιοθετούμε διάφορες πτυχές της. Αυτήν την ταυτοτική συνιστώσα θα την εκφράζουμε στην ιδιωτική ή στη δημόσια σφαίρα; Ενώ στο παρελθόν η δημόσια παρουσία της κοινότητας σε δημόσιους στίβους (π.χ. μεταναστευτικό κίνημα, πολιτική δράση), ήταν ισχυρή και διασφάλιζε συλλογικά και ατομικά αγαθά, τώρα, η ελληνικότητά λόγω ταξικής διαστρωμάτωσης της ελληνοαυστραλιανής κοινότητας και λόγω ευρύτερων ιστορικών και κοινωνικών συνθηκών, εκφράζεται κυρίως μέσα από την ιδιωτική μας ζωή.

Καθώς επίσης και αν θα συμμετέχουν λίγο ή πολύ όσοι αυτοπροσδιορίζονται ως ελληνικής καταγωγής κάτοικοι της Αυστραλίας, σε μια ευρύτερη συλλογικότητα όπου αναγνωρίζονται μεταξύ τους ως μέλη μιας πολιτισμικής, ιστορικής, κοινωνικής, ιδεολογικής, γλωσσικής, ή άλλης παράδοσης;

Άποψή μου είναι πως χρειάζεται να ορίσουμε τα όρια του συνανήκειν, σε ατομικό και σε συλλογικό επίπεδο με πιο χαλαρούς, με πιο ευρύτερους, με πιο φιλελεύθερους όρους. Η ελληνικότητα να αποτελεί «απλώς» ένα κομμάτι της ευρύτερης, σύνθετης και πολυπρόσωπης ατομικής και συλλογικής ταυτότητας όλων μας. Ταυτότητα που έχει σχέση για παράδειγμα με την τάξη, με την ιδεολογία, με τη σεξουαλικότητα του καθενός και της καθεμιάς.

Σε έναν ευρύτερο, σε έναν πιο ετερόκλητο και πιο «γενναιόδωρο» ορισμό της «Ελληνικότητας» των Αυστραλιωτών Ελλήνων, μπορούμε νομίζω να συναντιόμαστε στο μέλλον πολλοί/ες περισσότεροι από εμάς.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Back to top button