Greek Reports (Ελληνικά)

Η διεθνής θέση της Κύπρου είναι σήμερα πολύ πιο ισχυρή απ’ ότι πολλοί νομίζουν

Υπονομεύεται όμως από την εσωτερική ενδοτική κατολίσθηση

Οι τελευταίες απαξιωτικές δηλώσεις του Τούρκου Προέδρου Ερντογάν για την Ελλάδα και την Κύπρο, οι δηλώσεις προηγουμένως του Τούρκου υπουργου Αμύνης Ακάρ και του Τούρκου Αντιπροέδρου Φουάτ Οκτάι, κατά την επίσκεψη του στην κατεχόμενη Κύπρο, δίνουν μια εικόνα του πώς αντιλαμβάνεται η Τουρκική πλευρά τις εν εξελίξει, υποτίθεται, διερευνητικές Ελληνο – Τουρκικές συνομιλίες και την προετοιμαζόμενη για τον Μάρτιο ή Απρίλιο άτυπη Πενταμερή Διάσκεψη για το Κυπριακό.

Ο Τούρκος Πρόεδρος κάλεσε τον Έλληνα Πρωθυπουργό “να συνειδητοποιήσει τα ορια του”, ν’ αντιληφθεί δηλαδή ότι είναι πολύ μικρος για να τα βάζει με τη “μεγάλη” Τουρκία.

Αναφερόμενος ειδικότερα στο Κυπριακό, δήλωσε προκλητικά ότι “σας αρέσει, δεν σας αρέσει, θα δεχθειτε δύο κράτη στην Κύπρο… Η συζήτηση για ομοσπονδία τελείωσε”.

Ο Ακάρ επανέλαβε τις καταγγελίες για στρατιωτικοποίηση από την Ελλάδα των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και της Δωδεκανήσου και κατηγόρησε την Ελλάδα ότι επιδίδεται σε εξοπλισμούς που στρέφονται κατά της Τουρκίας. Ο Αντιπρόεδρος Οκτάι κάλεσε τους Έλληνες της Κύπρου “να ξεχάσουν την Αμμόχωστο” και πρόσθεσε προκλητικά: “Περαστικά σας”.

Η ανακοίνωση του κυβερνητικού εκπροσώπου της Κύπρου, ως απάντηση στις παραπάνω δηλώσεις, περιορίσθηκε στα γνωστά ανούσια στερεότυπα ότι η Κύπρος, παρ’ όλα αυτά, ειναι έτοιμη ν’ ανταποκριθεί στην πρόσκληση του Γ. Γ. των Ηνωμένων Εθνών Αντόνιο Γκουτέρες και να συμβάλει στις προσπάθειες για την εξεύρεση “λύσεως” στο Κυπριακό. Ο Γ. Γ. όμως του ΟΗΕ, συμπεριφερόμενος ως ευήκοος ανταποκριτής της Βρετανικής πολιτικής , δεν θυμάται καθόλου, στη διεκπεραίωση των ” καλών του υπηρεσιών “, ούτε το δεσμευτικό πλαίσιο των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας για το Κυπριακό ούτε την υποτιθέμενη κοινή βάση , πάνω στην οποία συγκαλείται η νέα άτυπη Πενταμερής. Δήλωσε, αντιθέτως, επανειλημμένα ότι η κάθε πλευρά μπορεί να θέσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ό, τι θέλει. Αυτό σημαίνει πρακτικά οτι η Τουρκική πλευρά θα μπορούσε να θέσει στη Διάσκεψη την ίση κυριαρχία και τα δυο κράτη που διεκδικεί.

Το θέμα δεν είναι καθόλου αμελητέο. Ακόμα και η συζήτηση περί ίσης κυριαρχίας σε μια Πενταμερή Διάσκεψη, στην οποίαν η Κύπρος δεν αντιπροσωπεύεται ως Κυπριακή Δημοκρατία, υποσκάπτει τα ψηφίσματα 541 και 550 για το Κυπριακό του Συμβουλίου Ασφαλείας. Τα τελευταια καταδικάζουν την ανακήρυξη του ψευδοκράτους και ζητούν από όλα τα κράτη – μέλη του ΟΗΕ ούτε να αναγνωρίσουν ούτε να έχουν οποιαδήποτε σχέση με αυτό. Υποσκάπτει επίσης την ίδια την υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Τί θα πάει να συζητήσει στη Διάσκεψη η Ελληνική πλευρά;

Την ίση κυριαρχία και τη συνομοσπονδία, που είναι το ψευδώνυμο των δυο κρατών;

Την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας;

Το μόνιμο επιχείρημα που επιστρατεύεται σ’ αυτές τις περιπτώσεις, που μοιάζει με άλλοθι, ειναι η επίδειξη καλής θελήσεως και η ανταπόκριση στις πρωτοβουλίες του Γενικου Γραμματέα του ΟΗΕ, ακόμη και όταν είναι πασιφανές ότι οι πραγματικοί αρχιτέκτονες των πρωτοβουλιών του είναι άλλοι, όπως στην περίπτωση του Σχεδίου Αναν, εμνευστής και αρχιτέκτονας του οποίου ήταν ο λόρδος Χάνεϋ. Αποτέλεσμα της πολιτικής αυτής ήταν να καταγράφεται, σε κάθε γυρο συνομιλιών, και μια νέα Ελληνική υποχώρηση και να δημιουργείται, σε βάρος της Ελληνικής πλευράς, ένα ολοένα αυξανόμενο αρνητικό κεκτημένο. Η συνεχής ενδοτική διολίσθηση των Ελληνικών θέσεων, έφθασε στο σημείο να καθιστά Ελληνικές θέσεις τις Τουρκικές, τις οποίες η Τουρκική πλευρά εγκατέλειπε για να προχωρήσει σε νέες. Κλασική περίπτωση η Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, την οποία προβάλλει τώρα η Ελληνική πλευρά ως δική της θέση. Η Τουρκοποίηση αυτή των Ελληνικών θέσεων δείχνει το μέγεθος των υποχωρήσεων, στις οποίες έχει προβεί η Ελληνικη πλευρά, αλλά και το μέτρο της συγχύσεως, η οποία έχει εμφιλοχωρήσει στις τάξεις της, σχετικά με το πραγματικό περιεχόμενο της λεγόμενης διζωνικής ομοσπονδίας “με πολιτικη ισότητα” . Η τελευταία έχει σαφώς νόημα και περιεχόμενο συνομοσπονδίας, το οποίο συγκαλύπτεται ρητορικά και παραπλανητικά ως δηθεν ομοσπονδία. Η Τουρκική πλευρά έχει γι’ αυτό την ευχέρεια, ενώ προβάλλει τώρα την ίση κυριαρχία και τα δυο κράτη, να “υποχωρήσει” στη συνομοσπονδία, που είναι γι’ αυτήν ακόμη πιο συμφέρουσα, γιατί θα διεσφάλιζε τον Τουρκικό γεωπολιτικό ελεγχο πάνω σε ολόκληρη την Κύπρο. Η απόρριψη από τον Κυπριακό λαό του Σχεδίου Ανάν και η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εδωσε στην Ελληνική πλευρά την ευκαιρία να απεγκλωβισθεί από την ολέθρια αυτή πολιτική, επιτομή της οποίας ήταν το Σχέδιο Ανάν. Η Κύπρος, ως χώρα-μέλος πλέον της ΕΕ, μπορουσε και έπρεπε να επιμείνει απαρέγκλιτα στο Ευρωπαϊκό κεκτημένο, ως βάση αναφοράς για την εσωτερική συνταγματική πτυχή του Κυπριακου. Για τη διεθνή πτυχή του, ενισχυμένη από το γεγονός ότι και η κατεχόμενη Κυπρος, ως μέρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, είναι Ευρωπαϊκό έδαφος, θα έπρεπε να εντείνει τον διπλωματικό της αγώνα κατά της Τουρκικής εισβολής και κατοχής, που είναι η ουσία του προβλήματος.

Η πολιτική των ηγεσιών των δύο κομμάτων ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ, που υπερίσχυσε στις εκλογές του 2008, σε βάρος του αείμνηστου Τάσσου Παπαδόπουλου, οδήγησε σταδιακά στον πλήρη επανεγκλωβισμό του Κυπριακού στο ιδιο παλαιό πλαίσιο. Ακόμη χειρότερα, ως αποτέλεσμα της ιδεοληπτικής πολιτικής του ΑΚΕΛ, που παρουσιάζει την “επαναπροσέγγιση” με τους Τουρκοκυπρίους ως το “κλειδί ” για τη “λύση” του Κυπριακού, οι υποχωρήσεις επιταχύνθηκαν, ώστε να επιτευχθει η “προσέγγιση” και η υποτιθέμενη σύμπνοια με τους Τουρκοκυπρίους. Οι τελευταίοι όμως, ακόμη και αν η πλειοψηφία τους το ήθελε, δεν θα μπορούσαν να διαδραματίσουν οποιοδήποτε αυτόνομο ρόλο, γιατί αυτό, που είναι πρωταρχικό για την Αγκυρα είναι ο στρατηγικός έλεγχος της Κύπρου και όχι, ασφαλώς, η τύχη ή η βούληση των Τουρκοκυπρίων.

Οι έποικοι στην κατεχόμενη Κύπρο είναι ήδη πλειοψηφία σε σχέση με τους Τουρκοκυπρίους. Η ανεδαφική και αυτοκαταστροφική αυτή πολιτική υποστηρίζεται παρασκηνιακά απο τον ξένο, Βρετανικό κυρίως, παράγοντα. Ο τελευταίος, σε συνέχεια παλαιών του πολιτικών και στρατηγικών, πρωτοστατεί σκανδαλωδώς πάλι για την επιβολή “λύσεως”, που να βασίζεται στον εδαφικό διαχωρισμό και στην αναγνώριση και νομιμοποίηση των τετελεσμένων. Η πολιτική ΑΚΕΛ έγινε, δυστυχώς, κοινός τόπος και για την ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος ΔΗΣΥ, παρά το γεγονός οτι τα δύο κόμματα είναι κατά τα άλλα αντίπαλα και ανταγωνιστικά. Έχουν όμως ως συνδετικό κρίκο την υποστήριξη, στο παρελθόν, του Σχεδίου Ανάν από τον ιδρυτή του ΔΗΣΥ Γλαύκο Κληρίδη και απο τον σημερινό Πρόεδρο Νίκο Αναστασιάδη.

Υπενθυμίζεται όμως ότι η μεγάλη πλειοψηφία τόσο του ΔΗΣΥ οσο και του ΑΚΕΛ ψήφισαν κατά του Σχεδίου Ανάν.

Η χρεωκοπία και το τραγικό αδιέξοδο, στο οποίο έχει φτάσει η πολιτική αυτή, φαίνεται από την αμηχανία, με την οποίαν αντιμετωπίζεται το προκλητικό ξέσπασμα της Τουρκικής πλευράς και από την παθητική εμμονή στην ίδια πολιτική.

Η κατάσταση περιπλέκεται ακόμη περισσότερο από το σκάνδαλο των λεγόμενων χρυσών διαβατηρίων. Το τελευταίο χρησιμοποιείται, μεταξύ άλλων, και ως όπλο για την υπονόμευση της Κυπριακής Δημοκρατίας, τη στιγμή που επιχειρείται μια νέα έφοδος από την Τουρκική πλευρά και τους συμμάχους της για την κατάλυση της.

Η δραματική αυτή εικόνα, στην οποία βρίσκεται σήμερα η Κύπρος δεν ήταν αναπόφευκτη.

Ειναι το αποτέλεσμα μιας μυωπικής, παράλογης και υποκινούμενης από ξένο παράγοντα πολιτικής.

Είναι επίσης το αποτέλεσμα ανεδαφικών και επικίνδυνων ιδεοληψιών και αυταπατών ότι η Τουρκική πλευρά θα προσέλθει σε αποδεκτή “λύση”, εαν η Ελληνική πλευρά προχωρήσει σε πολύ σημαντικές παραχωρήσεις.

Έγιναν μεγάλες παραχωρήσεις, ανεπίτρεπτες και απαράδεκτες. Η Αγκυρα όμως προέβαλλε κάθε φορά μεγαλύτερες απαιτήσεις και υπαναχωρούσε από υποσχέσεις για το εδαφικό που διεβίβαζε μέσω τρίτων. Στην πραγματικότητα, απεκάλυπτε σταδιακά το στρατηγικό της σχέδιο για την Κύπρο, το οποίο, για διπλωματικούς και προπαγανδιστικους λόγους, δέν ήθελε να προβάλει εξαρχής. Η Κύπρος δεν προώθησε την αμυντική της θωράκιση, για να μή διαταράξει δήθεν το κλίμα των διακοινοτικών συνομιλιών. Η Άγκυρα όμως δεν ειχε κανένα πρόβλημα από την πλευρά της να ενισχύσει με νέα σύγχρονα όπλα τις κατοχικές δυνάμεις.

Ο Ενιαίος Αμυντικός Χώρος Ελλάδος-Κύπρου, που δρομολογήθηκε από τον Ανδρεα Παπανδρέου, υπονομεύθηκε και εγκατελείφθη απο τον Κώστα Σημίτη.

Αφέθηκε, με τον τρόπο αυτό, ένα μεγάλο πλεονέκτημα στην Τουρκική πλευρά, που το χρησιμοποιεί απροκάλυπτα για να επιβάλει την αναγνώριση και τη νομιμοποίηση των τετελεσμένων.

Η διεθνής κατάσταση εξελίχθηκε ευνοϊκά για την Κύπρο.

Ελλάδα και Κύπρος έχουν σήμερα ισχυρούς συμμάχους στην περιοχή, που, για παρόμοιους λόγους, αντιμάχονται τις Τουρκικές βλέψεις για ηγεμονία στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η συμμαχική σχέση της Ελλάδος με το Ισραήλ και την Αίγυπτο διευκολύνει σήμερα τα μέγιστα την αεροναυτική παρουσία της Ελλαδος στην Κύπρο, όπως και τα νεα μέσα που προμηθεύεται η Ελληνική Αεροπορία και το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό.

Υπάρχουν σήμερα οι αναγκαίες προϋποθέσεις για μια άλλη στρατηγική, που μπορεί να καλύπτει επιχειρησιακά και τον ευρύ χώρο της Κύπρου και της Ελληνικής ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο.

Οι προυποθέσεις όμως αυτές δεν πρέπει να υπονομευθούν και να ανατραπούν από ενδοτικές πολιτικές στο εσωτερικό μέτωπο και μια δήθεν “λύση” του Κυπριακού, που θα διεμβόλιζε τις περιφερειακές συμμαχίες μας στην Ανατολική Μεσόγειο και θα έθετε ολόκληρη την Κύπρο υπό Τουρκικό γεωπολιτικό ελεγχο, με τη μορφή ενός δικέφαλου συνομοσπονδιακού κράτους.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Back to top button