Greek Reports (Ελληνικά)

Η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού: Μια από τα ίδια ή και χειρότερα

Με βάση τα διεθνή δεδομένα, τα συνταξιοδοτικά συστήματα αντιμετωπίζουν δυσοίωνες προοπτικές λόγω του μεταβαλλόμενου δημογραφικού τοπίου

Στη Γαλλία, η κυβέρνηση έχει επισημάνει ότι είναι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις για τη διάσωση του αναδιανεμητικού συνταξιοδοτικού συστήματος, το οποίο δεν είναι πλέον βιώσιμο, καθώς η αναλογία εργαζομένων προς συνταξιούχους μειώνεται.

Παράλληλα οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το 70% των Γάλλων είναι αντίθετο με τα κυβερνητικά σχέδια για αύξηση της ελάχιστης ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 62 στα 64.

Τα ίδια ισχύουν ακόμη και για συνταξιοδοτικά συστήματα που κατατάσσονται ως τα καλύτερα στον κόσμο σε ό,τι αφορά την αποτελεσματικότητα, τη δικαιοσύνη, και τις δημοκρατικές αξίες. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Ολλανδία που επίσης αναθεωρεί τη συνταξιοδοτική νομοθεσία της για να δημιουργήσει ένα πιο βιώσιμο σύστημα σε μια γηράσκουσα κοινωνία όπου όλο και λιγότεροι άνθρωποι παραμένουν στον ίδιο εργοδότη καθ’ όλη τη διάρκεια της επαγγελματικής τους ζωής. Η νέα προσέγγιση στοχεύει τα συνταξιοδοτικά ταμεία να δημιουργήσουν πιο εξατομικευμένους και διαφανείς λογαριασμούς για τους εργαζόμενους, στο πνεύμα του ιδιαίτερα αναγνωρισμένου Αυστραλιανού συνταξιοδοτικού πρότυπου, το οποίο ανέρχεται στις διεθνείς κατατάξεις 30 χρόνια από την εισαγωγή του.

Σε πρόσφατα κείμενά μας υποστηρίξαμε ότι η μεταρρύθμιση των επικουρικών συντάξεων που έγινε το 2021 στην Ελλάδα δεν είναι συμβατή  με τα  κριτήρια των βέλτιστων πρακτικών. Παρά τις καλές προθέσεις της κυβέρνησης να αναθεωρήσει το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, μεταβαίνοντας από το τρέχον σύστημα Καθορισμένων Παροχών (ΚΠ) σε ένα σύστημα Καθορισμένων Εισφορών (ΚΕ), το πρότυπο που υιοθετήθηκε οδηγεί σε ένα συνταξιοδοτικό σύστημα το οποίο  είναι βαθιά άδικο, αναποτελεσματικό, και προβλέπουμε ότι θα επιδεινώσει το δημογραφικό πρόβλημα σε ένα περιβάλλον όπου ο ελληνικός πληθυσμός μειώνεται πρωτίστως λόγω της υπογεννητικότητας και δευτερευόντως λόγω της μετανάστευσης. Από τα διαθέσιμα στοιχεία συμπεραίνουμε ότι μια κοινωνία η οποία προσαρμόζεται με επιτυχία στις νέες προκλήσεις, μαθαίνει από τα λάθη της κατά το παρελθόν καθώς και από τις βέλτιστες πρακτικές τρίτων χωρών, και με τη βοήθεια αυτής της γνώσης υιοθετεί μεταρρυθμίσεις με τρόπο που ταιριάζουν στο δικό της κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον. Αντίθετα, στην Ελλάδα, όλες οι ενδείξεις είναι ότι περισσότερο οι ηγεσίες και λιγότερο οι πολίτες δεν μαθαίνουν ακόμη και από κραυγαλέα αποτυχημένες και κοστοβόρες πολιτικές.

Το νέο Ταμείο Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (ΤΕΚΑ), το οποίο ιδρύθηκε με τον νόμο  4826/2021, έχει την ευθύνη για τη συλλογή, τη διαχείριση, και την επένδυση των εισφορών των εργαζομένων. Αλλά το πρότυπο οργάνωσης στο οποίο θεμελιώθηκε δημιουργεί κομβικά ζητήματα οικονομικής φύσης και διακυβέρνησης, τα οποία υποσκάπτουν θεμελιακά την πιθανότητα ότι θα μπορέσει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το πρόβλημα που του ανατέθηκε. Με την ανάλυση που παραθέτουμε πιο κάτω τεκμηριώνουμε ότι πρόκειται βασικά για μια δημόσια επιχείρηση η οποία αναπαράγει τις χειρότερες εμπειρίες του παρελθόντος και η οργάνωσή της αγνοεί παντελώς τις βέλτιστες πρακτικές.

Η ανάθεση στο ΤΕΚΑ, σε νομικά αποκλειστική βάση, της διαχείρισης των υποχρεωτικών εισφορών των εργαζομένων αντιβαίνει στο πνεύμα του αποτελεσματικού ανταγωνισμού. Το μονοπώλιο στη διαχείριση αυτών των εισφορών σημαίνει πως είναι αμφίβολο ότι οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα θα έχουν στη μεγάλη πλειοψηφία τους περίσσιες αποταμιεύσεις για να συμμετέχουν σε ιδιωτικά συνταξιοδοτικά ταμεία. Όπως έχουμε επισημάνει στις δημοσιεύσεις μας, οι αναπτυγμένες αγορές συνταξιοδοτικών ταμείων, με ή χωρίς κρατικά επικουρικά ταμεία, δίνουν στους εργαζόμενους την ελευθερία να αποφασίσουν οι  ίδιοι αν θα συμμετέχουν με τις εισφορές τους σε κρατικά ή ιδιωτικά συνταξιοδοτικά ταμεία. Ο ανταγωνισμός και η υπευθυνότητα των ατομικών επιλογών είναι πλέον αξίωμα γιατί κάνουν τους μέτριους καλούς και τους καλούς άριστους. Περαιτέρω, η παροχή από το ΤΕΚΑ εγγύησης μηδενικής πραγματικής απόδοσης στους συμμετέχοντες, με κάλυψη της εγγύησης από το υπερχρεωμένο ελληνικό δημόσιο, ενέχει σημαντικούς δημοσιονομικούς κινδύνους, όχι ανόμοιους με αυτούς που προκάλεσαν την πτώχευση της Ελλάδας το 2009. Με τον χρόνο, και αφού η αναξιοπιστία του ελληνικού δημοσίου λησμονηθεί, αυτές οι δύο στρεβλώσεις εκτιμούμε  ότι θα οδηγήσουν στον “θάνατο” τον τομέα των ελληνικών ιδιωτικών συνταξιοδοτικών ταμείων, τα οποία αποτελούν κρίσιμη συνιστώσα των συνταξιοδοτικών ταμείων στις περισσότερες άλλες χώρες που είναι συνταξιοδοτικά αναπτυγμένες (βλέπε π.χ. Αυστραλία, Ολλανδία κ.λπ.).

Από την πλευρά της διακυβέρνησης και της εποπτείας, η οργάνωση του TEKA που επιλέχθηκε δεν διαφέρει απ’ αυτήν ενός κεντρικά ελεγχόμενου δημόσιου μονοπωλίου (Βλέπε Ν. 4826/2021, Κεφάλαιο Β’, Οργάνωση του Ταμείου Επικουρικής). Με άλλα λόγια, ουσιαστικά δεν διαθέτει καμιά θεσμική ανεξαρτησία. Για παράδειγμα, η νομοθεσία απαιτεί το Διοικητικό Συμβούλιο (ΔΣ) του ΤΕΚΑ να αποτελείται από έξι εξωτερικά μέλη, εμπειρογνώμονες που επιλέγονται από τον Υπουργό ή τον Υφυπουργό  Εργασίας από έναν κατάλογο δώδεκα μελών που προτείνει μια “ανεξάρτητη” επιτροπή. Σε καθημερινή βάση όλες οι λειτουργίες του ΤΕΚΑ εποπτεύονται και καθοδηγούνται από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο (ΔΘΣ). Ο τελευταίος επιλέγεται επίσης από τον Υπουργό ή τον Υφυπουργό  Εργασίας από έναν κατάλογο τριών που προτείνει μια άλλη “ανεξάρτητη” επιτροπή. Τι σημαίνουν οι ρυθμίσεις αυτές όταν αλλάζουν οι κυβερνήσεις είναι λίγο-πολύ γνωστό σε όσους “παροικούν στην Ιερουσαλήμ”. Αλλά και κάτι άλλο ακόμη πιο σημαντικό.

Σε σύγκριση με τα κρατικά συνταξιοδοτικά ταμεία στις χώρες με βέλτιστες πρακτικές, οι εμπνευστές της μεταρρύθμισης δεν θεώρησαν αναγκαίο να  προβλέψουν την άμεση συμμετοχή στο ΔΣ του ΤΕΚΑ εκπροσώπων των εργαζομένων και των εργοδοτών οι οποίοι, δεδομένου ότι προσφέρουν τις ασφαλιστικές εισφορές, είναι κατά τεκμήριο άμεσα ενδιαφερόμενοι για τη σώφρονα διαχείρισή τους. Αυτή η εξαίρεση αποξενώνει τους εργαζόμενους από τα ιδιοκτησιακά τους δικαιώματα επί των ασφαλιστικών εισφορών, τους απαλλάσσει σκόπιμα από την ευθύνη να φροντίζουν διαρκώς για τις αποδόσεις των επενδύσεων τους  και να απαιτούν λογοδοσία από τους διαχειριστές. Συνεπώς, είναι άκρως αντιδημοκρατική. Το ΔΣ του ΤΕΚΑ θα πρέπει να περιλαμβάνει εκπροσώπους των άμεσα ενδιαφερόμενων, ενώ τα έξι εξωτερικά μέλη θα πρέπει να ενεργούν με συμβουλευτική ιδιότητα. Ο λόγος είναι ότι η απουσία “συνεργασίας εργοδοτών και εργαζομένων” στα πλαίσια του ΔΣ του ΤΕΚΑ”, ή αλλιώς της “ταξικής συναίνεσης”, που είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της αποτελεσματικής διαχείρισης των συνταξιοδοτικών ταμείων, μπορεί να οδηγήσει σε ένα συγκρουσιακό περιβάλλον με έλλειμμα εμπιστοσύνης, εάν το ΔΣ και ο ΔΘΣ  θεωρηθούν ότι δεν ενεργούν προς το συμφέρον των ασφαλισμένων. Επί το επιστημονικότερο, η οργάνωση του ΤΕΚΑ βασίζεται σε μια ξεκάθαρη παραβίαση της σχέσης εντολέα – εντολοδόχου, όπου ο εντολέας σε αυτή την περίπτωση είναι οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι, οι οποίοι δεν εκπροσωπούνται στο ΔΣ, ενώ οι μόνοι που εκπροσωπούνται είναι οι αντιπρόσωποι, αιρετοί και διορισμένοι.

Τέλος, αντιλαμβανόμεθα ότι με τον τρόπο που οργανώθηκε το ΤΕΚΑ παραβιάζονται βασικές αρχές της μακροοικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής. Είναι γνωστό ότι, σύμφωνα με τη θεμελιώδη μακροοικονομική ταυτότητα σε περιβάλλον ισορροπίας, το άθροισμα των αποταμιεύσεων και των φόρων ισούται με το άθροισμα των ιδιωτικών επενδύσεων και των κρατικών δαπανών. Επίσης γνωρίζουμε ότι, σε μεγάλο βαθμό, οι ιδιωτικές επενδύσεις υποστηρίζονται από τις ιδιωτικές αποταμιεύσεις. Επομένως, αφού κατά κύριο λόγο, η φορολογία χρηματοδοτεί τις δημόσιες δαπάνες, ο ιδιωτικός τομέας λειτουργεί σε περιβάλλον συνεργασίας με τον δημόσιο τομέα. Αυτό σημαίνει ότι, όταν ο δημόσιος τομέας παρεμβαίνει σε βάρος του ιδιωτικού, όπως συμβαίνει εδώ με τη μονοπωλιακή δημόσια διαχείριση των ιδιωτικών αποταμιεύσεων, τότε υπονομεύεται η βιωσιμότητά του και επιβραδύνονται οι ιδιωτικές επενδύσεις. Δυστυχώς, η μεταρρύθμιση που έγινε, επαναλαμβάνοντας τις κάκιστες ελληνικές πρακτικές του παρελθόντος και αγνοώντας τα πλεονεκτήματα των βέλτιστων διεθνών πρακτικών, δεν θα αντισταθμίσει τις αρνητικές δημογραφικές εξελίξεις.

Μάλλον θα τις χειροτερεύσει γιατί, σύμφωνα με την πρόσφατη βιβλιογραφία για τη μετανάστευση, τα ισχυρά και βιώσιμα συνταξιοδοτικά συστήματα τρίτων χωρών προσελκύουν μετανάστες υψηλού επιστημονικού επιπέδου από χώρες όπως η Ελλάδα που έχουν προβληματικά συνταξιοδοτικά συστήματα.

  • Ο Γεώργιος Μπήτρος είναι Ομότιμος Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, bitros@aueb.gr
  • Ο Στέργιος Μπακάλης είναι  Τέως Καθηγητής Οικονομικών, Πανεπιστήμιο Βικτώριας, Αυστραλία, steve.bakalis@gmail.com
  • Το άρθρο δημοσιεύεται επίσης στην Capital

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Back to top button