Greek Reports (Ελληνικά)

Εισδοχή της Κύπρου στο ΝΑΤΟ – Γιατί Ναί

Διαβάζοντας το άρθρο του Χρήστου Παναγιωτίδη ‘Εισδοχή της Κύπρου στο ΝΑΤΟ – Γιατί όχι?’ που δημοσιεύθηκε προ ημερών, θεώρησα καλό να δώσω συνέχεια στο θέμα με ιδιαίτερη έμφαση στο ιστορικό υπόβαθρο και με αναφορά στην ορθολογιστική προσέγγιση η οποία πρέπει πάντα να διέπη τις πολιτικές επιλογές οποιασδήποτε χώρας η οποία επιδιώκει το μέγιστο όφελος στην ασφάλεια και στις εξωτερικές της σχέσεις.

Με την ίδρυση του σύγχρονου Ελληνικού κράτους, οι ελληνοκύπριοι προσανατολίσθησαν στην ιδέα της Ένωσης με την Ελλάδα.

Ο προσανατολισμός αυτός ενισχύθηκε με την πάροδο του χρόνου και επιδιώχθηκε να πραγματοποιηθή με τον αγώνα της ΕΟΚΑ στη βάση και του Ενωτικού δημοψηφίσματος.

Ο αγώνας δεν απέδωσε το επιδιωκόμενο, καταλήγοντας στην ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ήταν όμως ήδη δεδομένο, όταν άρχιζε, ότι η Ένωση με την Ελλάδα θα εξυπάκουε, με την ενσωμάτωση της Κύπρου στην Ελλάδα, και την αυτόματη ένταξη της στο ΝΑΤΟ του οποίου η Ελλάδα, από κάθε άποψη μέρος της Ευρώπης, ήταν ήδη μέλος όπως και συνεχίζει να είναι, ενισχύοντας μάλιστα τα μέγιστα τους δεσμούς της με τις ΗΠΑ προς όφελος των εθνικών της συμφερόντων και ιδιαιτέρως όσον αφορά τις σχέσεις της με την Τουρκία. Τούτου δοθέντος, η αδέσμευτη πολιτική την οποία ακολούθησε η κυβέρνηση του νεοσύστατου Κυπριακού κράτους, παρά την αρχική διακήρυξη του Μακαρίου ότι ‘ανήκομεν εις το άρμα των δυτικών’, συνιστούσε αντίφαση προς την ταύτιση των κυπριακών συμφερόντων με τα ελληνικά, αλλά και ευρύτερα αφού, πέραν του ότι οι μητέρες πατρίδες των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων ήσαν μέλη του ΝΑΤΟ και εγγυήτριες χώρες, και η τρίτη εγγυήτρια χώρα, το Ηνωμένο Βασίλειο, όχι μόνο ήταν εκ των βασικών μελών του ΝΑΤΟ αλλά και είχε κυρίαρχες βάσεις στην Κυπριακή Δημοκρατία.

Η αντίφαση επιτείνετο ως εκ του ότι η ούτω ακολουθηθείσα αδέσμευτη πολιτική εξυπάκουε και εμπεριείχε σχέσεις και ενέργειες που δημιουργούσαν σοβαρές ανησυχίες για τέτοια απόκλιση προς την ΕΣΣΔ ώστε να εθίγοντο τα συμφέροντα των συμμάχων της Ελλάδας – ο χαρακτηρισμός της Κύπρου ως ‘Κούβα της Μεσογείου’ εξέφραζε τα πάντα. Η πολιτική αυτή ανταγωνίστηκε έτσι πάγια και ισχυρά συμφέροντα του δυτικού συνασπισμού, έθετε την Ελλάδα σε δυσχερή θέση και εξέθετε την Κύπρο σε δυσμενείς σχέσεις και κινδύνους που μεγιστοποιούντο ως εκ της τουρκικής επιβουλής μετά από την ουσιαστική κατάρρευση της δικοινοτικής λειτουργίας του κράτους το 1964. Η απόρριψη από την Κυπριακή ηγεσία το ίδιο έτος του σχεδίου Άτσισον για ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, το οποίο απέβλεπε στην οριστική αποφυγή της παρέκκλισης της Κύπρου προς ανατολάς με την ένταξη της στο ΝΑΤΟ μέσω της ένωσης με την Ελλάδα, έφερε την Κύπρο σε ακόμα δυσμενέστερη θέση και διευκόλυνε την επελθούσα το 1974 στάση ανοχής των δυτικών έναντι της τουρκικής εισβολής, αφού μάλιστα η εναντίωση των ΗΠΑ στην  επαπειλούμενη τουρκική εισβολή το 1967 δεν διαφοροποίησε την πολιτική της Κύπρου η οποία συνέχισε να ανταγωνίζεται τα δυτικά συμφέροντα.

Εδώ δεν εξετάζεται το αναμφισβήτητο δικαίωμα κάθε ανεξάρτητης χώρας να ακολουθήση τη δική της πολιτική στις εξωτερικές της σχέσεις. Εξετάζεται η σοφία της οποιασδήποτε τέτοιας πολιτικής σε συνάρτηση με τις συνέπειες της, και ιδιαίτερα στην περίπτωση ενός μικρού και αδύνατου κράτους όπως είναι η Κύπρος που μάλιστα είναι επιβαρυμένη με την επιβουλή και την κατοχή της πολύ γείτονος Τουρκίας. Τα διδάγματα της μεγαλοφυούς Βενιζελικής πραγματιστικής πολιτικής φιλοσοφίας ανάγονται στον Φωκίωνα, τον σοφότατο εκείνο Αθηναίο στρατηγό και πολιτικό, ο οποίος συμβούλευε τους Αθηναίους ότι αν δεν μπορούσαν να νικήσουν με τη δική τους ισχύ θα έπρεπε να είναι σύμμαχοι και όχι ανταγωνιστές με εκείνους που έχουν την ισχύ αυτή. Η Ελλάδα, με βάση την ένταξη της στο ΝΑΤΟ, ακολούθησε και ακολουθεί με επίταση αυτή τη φιλοσοφία, ώστε να αισθάνεται ασφαλής. Η Κύπρος, αφού μάλιστα τα συμφέροντα της συμβαδίζουν με τα ελληνικά, δεν έχει καλύτερη επιλογή. Στην ίδια κατεύθυνση δείχνει και η διάσταση της Ευρωπαικής Ένωσης της οποίας η Κύπρος, όπως και η Ελλάδα, είναι μέλος. Η ταυτόχρονη ιδιότητα πλείστων όσων χωρών ως μελών τόσο της ΕΕ όσο και του ΝΑΤΟ δεν είναι τυχαία παρά μάλλον η πιστοποίηση της σχέσης των συμφερόντων των δύο.

Σταθερό υπόβαθρο για την θέση που υποστηρίζει την ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ συνιστά η ταυτότητα των συμφερόντων Κύπρου και Ελλάδας, την οποία ενισχύει και η κοινή τους συμμετοχή στην ΕΕ. Για να έχη πλήρες αντίκρυσμα η ιδέα της ελληνοκυπριακής συναντίληψης και συμπόρευσης δεν πρέπει να υπάρχη οποιοδήποτε χάσμα ούτε στον τομέα της ευρύτερης συμμαχικής τους σχέσης. Η ΕΕ έχει προωθήσει τη μέσω της πολιτική προσέγγιση της Κύπρου με την Ελλάδα.

Η ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ θα συμβάλη περαιτέρω στη μεταξύ τους στρατηγική κοινότητα και θα τις καταστήση ισχυρότερες και ασφαλέστερες.

  • LLB (hons) Exon, Ph.D. Cantab, LLD (honoris causa) Exon), πρώην Λέκτωρ του Πανεπιστημίου του Exeter, πρώην Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Κύπρου

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Back to top button