Οι εκλογές στους Αντίποδες στο πέρασμα των χρόνων
Ο τέως καθηγητής του Πανεπιστημίου Victoria στην Μελβούρνη της Αυστραλίας αναλύει την πολιτική σκηνή της χώρας ενόψει των εκλογών της 21ης Μαΐου
«Να μας πάρεις μακριά…Να μας πας στα πέρα μέρη…Φύσα θάλασσα πλατιά…Φύσα αγέρι φύσα αγέρι…»
Κάπως έτσι, ένα απρόσμενο αγέρι με έφερε στην Αυστραλία το 1979, όπου και τελείωσα τις οικονομικές σπουδές μου το 1983 και έκανα αναγνώριση του πτυχίου μου από το ΔΙΚΑΤΣΑ, προσδοκώντας μια επιστροφή στην Ελλάδα.
Όμως η προσφορά μιας υποτροφίας για διδακτορικές σπουδές και μιας θέσης λέκτορα στη συνέχεια, ανέτρεψαν τα όποια σχέδια.
Στην πορεία έζησα 14 εκλογικές αναμετρήσεις από το 1979, με κομβικό σημείο την εκλογή του Εργατικού κόμματος το 1980 υπό την ηγεσία του πεφωτισμένου Bob Hawke. Είχαν προηγηθεί τρεις άκρως συντηρητικές φιλελεύθερες κυβερνήσεις. Ήταν προνόμιο να συνδυάσω εκείνα τα χρόνια τις σπουδές μου (ως οικονομολόγος στο πανεπιστήμιο του LaTrobe) με τις εξελίξεις που ακολούθησαν στην Αυστραλία.
Οι «φιλελεύθερες» μεταρρυθμίσεις των εργατικών κυβερνήσεων που ακολούθησαν μετά το 1980 χαρακτηρίστηκαν από πολλούς οικονομικούς σχολιαστές και δημοσιογράφους ως βάση τόσο για τον εκσυγχρονισμό και τη διεθνοποίηση της αυστραλιανής οικονομίας, όσο και για την πυροδότηση μιας άνευ προηγουμένου μακράς περιόδου οικονομικής ανάπτυξης, επιτρέποντας μεγαλύτερες περιόδους σταθερότητας και ανάπτυξης του ΑΕΠ και μείωσης της ανεργίας. Ταυτόχρονα, οι μεταρρυθμίσεις βοήθησαν στη διαχείριση οικονομικών κρίσεων.
Ως εκ τούτου, η τυφλή άνευ όρων πίστη των Αυστραλών ψηφοφόρων σε συγκεκριμένα κόμματα, έχει μειωθεί διαχρονικά. Για τον λόγο αυτό, οι πολιτικοί χρησιμοποιούν τους δημοσιονομικούς προϋπολογισμούς ως προεκλογικό εργαλείο, και ο πρόσφατος προϋπολογισμός παίζει αυτό το ρόλο. Το φιλελεύθερο κόμμα παραμένει στην εξουσία τα τελευταία 10 χρόνια και ο πρωθυπουργός προκήρυξε τις εκλογές για την 21η Μαΐου, όταν οι ψηφοφόροι θα κληθούν να αναδείξουν τα μέλη της Βουλής και της μισής Γερουσίας. Η Γερουσία είναι ένα από τα δύο σώματα του Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου της Αυστραλίας, και καθήκον της είναι να επανεξετάζει τις προτάσεις και τις αποφάσεις της Βουλής των Αντιπροσώπων και της εκτελεστικής κυβέρνησης. Όλοι οι προτεινόμενοι νόμοι (νομοσχέδια) πρέπει να ψηφιστούν και από τα δύο σώματα προκειμένου να τεθούν σε ισχύ.
Αυτό λειτουργεί ως ασφαλιστική δικλείδα σε μια ώριμη δημοκρατία. Η Γερουσία εκλέγεται με αναλογική αντιπροσώπευση – έτσι ώστε η σύνθεσή της να αντικατοπτρίζει στενά το εκλογικό σχήμα των εκλογέων – συμπεριλαμβάνει μη κομματικά προσκείμενους αντιπροσώπους, ενώ σπάνια ένα πολιτικό κόμμα έχει την πλειοψηφία στην Γερουσία.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, οδεύουμε προς μια εκλογική αναμέτρηση μεταξύ δύο αντιπάλων. Η επιλογή είναι μεταξύ μιας κυβέρνησης που αυτοχαρακτηρίζεται ως μη τέλεια, αλλά ζητά να την εμπιστευτούν οι ψηφοφόροι για τη διαχείριση της οικονομίας, της ανάκαμψης από την πανδημία και της εθνικής ασφάλειας, και μιας αντιπολίτευσης που επικεντρώνεται σε οικονομικές προκλήσεις όπως η κλιματική αλλαγή, η στασιμότητα μισθών, η απρόσιτη προοπτική ιδιοκτησίας κατοικίας για τους νέους, η σπατάλη δημοσιονομικών πόρων, η κάκιστη διαχείριση των φυσικών καταστροφών και της πανδημίας του νέου κορονοϊού και η ακεραιότητα της κυβέρνησης.
Τέλος, είναι αξιοσημείωτο ότι η ελληνική ομογένεια της Αυστραλίας λειτουργεί μέσα σε πολιτικό τοπίο που είναι εκ διαμέτρου διαφορετικό από αυτό στην Ελλάδα.
- Ο Στηβ Μπακάλης είναι τέως καθηγητής του Πανεπιστημίου Victoria στην Μελβούρνη της Αυστραλίας
- Το άρθρο δημοσιεύθκε επίσης στην εφημερίδα Η Καθημερινή