Greek Reports (Ελληνικά)

Η Επιτροπή Ακίνητης Ιδιοκτησίας

Ομιλία στο Πανεπιστήμιο Κύπρου σε εκδήλωση με θέμα το νομικό καθεστώς της Αμμοχώστου και τα περί Αμμοχώστου ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας

Όργανο της Τουρκίας για την απόκτηση των Ελληνοκυπριακών Περιουσιών στην Κατεχόμενη Περιοχή και ειδικότερα στην Αμμόχωστο

Είναι η θέση μου ότι στόχος της Τουρκίας είναι η απόκτηση, θα την χαρακτήριζα καλύτερα, η υφαρπαγή των Ελληνοκυπριακών περιουσιών οι οποίες εγκαταλείφθηκαν δια της βίας των όπλων, μέσα από την Επιτροπή Ακίνητης Ιδιοκτησίας.

Στην ουσία η νομιμοποίηση της κατοχής μέσα από νομιμοφανείς δικαστικές διαδικασίες.

Όσα στην συνέχεια αναφέρω αφορούν  όχι μόνον το θέμα των περιουσιών στην περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου, αλλά ευρύτερα. Θα αναφερθώ ειδικότερα  σ’ αυτό το θέμα στη συνέχεια. Είναι διακηρυγμένος στόχος της Τουρκίας όπως διατυπώνεται  στο Σύνταγμα του ψευδοκράτους, ότι όλες οι ακίνητες Ελληνοκυπριακές περιουσίες στην κατεχόμενη περιοχή περιέρχονται στην ιδιοκτησία του. Στο Άρθρο 159 παράγραφοι 1 (b) και (c) αναφέρεται επί λέξει και θα διαβάσω το Αγγλικό κείμενο όπως αυτό καταγράφεται στην γνωστή απόφαση Δημόπουλος: (b) “All immovable properties, buildings and installations which were found abandoned on 13 February 1975 when Turkish Federated State of Cyprus was proclaimed or which were considered by law as abandoned or ownerless after the abovementioned date, or which should have been in the possession or control of the public even though their ownership had not yet been determined . . . and (c) . . . Shall be the property of the TRNC, notwithstanding the fact they are not so registered in the books of the Land Registry Office; and the Land Registry Office shall be amended accordingly.

Σχετικό όμως είναι και το άρθρο 159 παράγραφος 4 του Συντάγματος τους το οποίο προνοεί ως εξής:  in the event of any person coming forward and claiming legitimate rights in connection with the immovable properties included in sub – paragraphs (b) and (c) of paragraph 1 above (concerning inter alia all immovable properties, buildings and installations which were found abandoned on 13 February 1975), the necessary procedure and conditions to be complied with by such persons for proving their rights and the basis on which compensations shall be paid to them, shall be regulated by law.

Με βάση τα πιο πάνω κάνω δύο επισημάνσεις:

(1) Ήδη όλες οι κατά  την Τουρκία εγκαταλειφθήσες περιουσίες θεωρούνται σαν ανήκουσες στην λεγόμενη ΤΔΒΚ και θεωρούνται ότι έχουν ήδη εγγραφεί στο Κτηματολόγιο.

(2) Η μοναδική προβλεπόμενη θεραπεία για όποιον διεκδικεί δικαιώματα επί των περιουσιών αυτών είναι η αποζημίωση δηλαδή η εξαγορά για την οριστική απώλεια της περιουσίας. Καμμιά άλλη θεραπεία

Το Σύνταγμα τους είναι ο υπέρτατός τους νόμος και είναι τις επιταγές του που εφαρμόζουν μέχρι τέλους. Κάτω από την πίεση των αποφάσεων του ΕΔΑΔ  έχει θεσπιστεί ο Νόμος 67 του 2005 ο οποίος προβλέπει την δημιουργία της Επιτροπής Ακίνητης Ιδιοκτησίας και ο οποίος επίσης προβλέπει ότι οι ιδιοκτήτες περιουσιών στα κατεχόμενα έχουν την ευχέρεια να αξιώσουν αποζημίωση, ανταλλαγή, ή αποκατάσταση. Η νομοθεσία αυτή θεσπίστηκε ώστε να θεωρηθεί ότι στην κατεχόμενη από την Τουρκία περιοχή υπάρχουν ικανοποιητικά εσωτερικά ένδικα μέσα τα οποία θα πρέπει να εξαντληθούν προτού κάποιος αποκτήσει το δικαίωμα προσφυγής στο ΕΔΑΔ στην περίπτωση που δεν ικανοποιείται από τα εσωτερικά ένδικα μέσα. Δυστυχώς το ΕΔΑΔ με την απόφαση Δημόπουλος το 2010 αποδέχθηκε ότι η Επιτροπή είναι ικανοποιητικό εσωτερικό ένδικο μέσο.

Είναι η θέση μου ότι παρά το γεγονός ότι ο σχετικός νόμος προβλέπει ότι πέραν της αποζημίωσης δυνατόν να δοθούν από την Επιτροπή και δύο άλλες θεραπείες, η Τουρκία παραμένει πιστή στον στόχο τον οποίο έθεσε δια του Συντάγματος του ψευδοκράτους δηλαδή να παραμείνουν οι Ελληνοκυπριακές περιουσίες στην ιδιοκτησία του.  Επαναλαμβάνω ότι το Σύνταγμα είναι ο υπέρτατος νόμος όπως το Σύνταγμα είναι ο υπέρτατος Νόμος κάθε  κράτους είτε αυτό είναι νόμιμο είτε είναι παράνομο, και στις επιταγές του Συντάγματος πρέπει να συμμορφώνονται οι τρεις εξουσίες του: Νομοθετική, Εκτελεστική και Δικαστική. Δεν έχουν τροποποιήσει το Σύνταγμά.  Είναι επομένως η θέση μου ότι ο νόμος 67 του 2005 με τον οποίο δημιουργήθηκε η Επιτροπή ήταν ένα προπέτασμα καπνού ώστε η Τουρκία να αποσπάσει από το ΕΔΑΔ την έγκριση της Επιτροπής και να παραπέμπονται οι Ελληνοκύπριοι στις αγκάλες της κατοχικής δύναμης. Σε κάποιο σημείο αυτής της εισήγησής μου στην συνέχεια, θα κάνω δύο παρατηρήσεις για να δείξω πόσο ατυχέστατη ήταν η απόφαση Δημόπουλος. Επί του παρόντος όμως θα συνεχίσω για να καταδείξω την ορθότητα της θέσης μου ότι στόχος της Τουρκίας δεν είναι η επιστροφή Ελληνοκυπριακών περιουσιών αλλά η υφαρπαγή τους. Θα χρησιμοποιήσω εν πρώτοις κάποια στατιστικά δεδομένα.

Μέχρι τις 3 Νοεμβρίου 2021 καταχωρήθηκαν ενώπιον της Επιτροπής 6,970 αιτήσεις. Από αυτές 1261 έχουν διεκπεραιωθεί δια φιλικού διακανονισμού και 34 μετά από ακρόαση. Η Επιτροπή έχει επιδικάσει σαν αποζημίωση σε αγγλικές λίρες συνολικό ποσό 325,416,657. Επί πλέον έχει σε δύο υποθέσεις αποφασίσει ανταλλαγή και αποζημίωση. ‘Εχει αποφασίσει αποκατάσταση μόνον σε 10 περιπτώσεις, στις 7 μάλιστα σε συνδυασμό με αποζημίωση. Τέλος, σε μια περίπτωση αποφάσισε μερική αποκατάσταση και σε μια άλλη την αποκατάσταση μετά τη διευθέτηση του προβλήματος της Κύπρου. Μέχρι σήμερα η αποκατάσταση υπήρξε άμεση μόνο σε μια περίπτωση.

Δεν εκπλήττει το πολύ χαμηλό ποσοστό αποφάσεων για αποκατάσταση έναντι του συνόλου των υποθέσεων που έχει η Επιτροπή αποφασίσει. Αυτό εξηγείται αν έχουμε υπ’ όψη το άρθρο 8 (1)  του νόμου 67 του 2005 το οποίο θέτει πληθώρα όρων και προϋποθέσεων προκειμένου να αποδοθεί αποκατάσταση. Η σχετική παράγραφος αναφέρει επί λέξει τα εξής τα οποία θα παραθέσω στην Αγγλική. . . . «immovable properties that are subject to a claim for restitution by the applicant, ownership or use of which have not been transferred to any natural or legal person other than the state, may be restituted by the decision of the Commission within a reasonable time period, provided that the restitution of such property, having regard to the location, and the physical position of the property, shall not endanger national security and public order and that such property is not allocated for public interest reasons and that the immovable property is outside the military areas or military installations. Ο Ελληνοκύπριος που απευθύνεται στην Επιτροπή με αίτημα την αποκατάσταση, θα πρέπει να υπερπηδήσει όλα αυτά τα εμπόδια και όλες τις προϋποθέσεις που το άρθρο 8(1) θέτει μπροστά του. Να σημειώσω ότι το ποσοστό της ακίνητης ιδιοκτησίας στο οποίο αποφασίστηκε αποκατάσταση συνιστά το 0,014% της κατεχόμενης Ελληνοκυπριακής περιουσίας.

Τα όσα πιο πάνω ανέφερα υποστηρίζονται πιστεύω από επιστολή που έχω στα χέρια μου Τουρκοκύπριου δικηγόρου προς Ελληνοκύπριους αιτητές στην Επιτροπή τον οποίο διόρισε Ελληνοκύπριος δικηγόρος για να τους εκπροσωπεί ενώπιον της. Με την αίτησή τους, οι Ελληνοκύπριοι ιδιοκτήτες μεγάλης περιουσίας στην κατεχόμενη περιοχή της επαρχίας Λευκωσίας αξίωναν την επιστροφή της περιουσίας τους και αποζημίωση για απώλεια χρήσης. Ο Τουρκοκύπριος δικηγόρος, τους ενημερώνει για το τί μπορούν να αναμένουν με την εκδίκαση της υπόθεσής τους ενώπιον της Επιτροπής. Θα διαβάσω στα Αγγλικά κάποια κρίσιμα αλλά και διαφωτιστικά σημεία της επιστολής. Εν πρώτοις τους λέει: In nearly all circumstances “monetary compensations is the most commonly available remedy” (Η φράση monetary compensation υπογραμμίζεται από τον ίδιο τον δικηγόρο). Στη συνέχεια τους πληροφορεί ότι «the IPC has tended to offer relatively high compensation levels to “high profile” applicants whose land has “strategic or economic importance” in the eyes of the Turkish Cypriot authorities.Επί πλέον τονίζει ότι κάτω από το άρθρο 10 του Νόμου 67 του 2005 «Applicants who accept the monetary compensation or exchange offered by the IPC lose their ownership rights in the immovable forming the subject matter of their applications. A literal interpretation of this provision is such that restitution end compensation for loss of use are claims incompatible with each other.  Και διευκρινίζει όσα πιο πάνω αναφέρει με τα εξής:  As explained, the procedure envisaged by the IPC is such that acceptance of compensation results in loss of ownership as well. This is akin to de facto expropriation or sale. Εδώ αξίζει μια επισήμανση. Το ΕΔΑΔ σε όλες σχεδόν τις αποφάσεις που εξέδωσε πριν την Δημόπουλος δεν εύρισκε ασυμβίβαστη την επιδίκαση αποζημιώσεων για απώλεια χρήσης σε συνδυασμό με αποκατάσταση. Για την Επιτροπή αυτά είναι ασυμβίβαστα.

Αφού ο Τουρκοκύπριος δικηγόρος εξηγεί ότι εάν κάποιος αιτητής δεν ικανοποιείται με το αποτέλεσμα της απόφασης της Επιτροπής δυνατόν να καταχωρηθεί έφεσις στο Ανώτατο Διοικητικό τους Δικαστήριο, συμπληρώνει με τα εξής: If the IPC or the High Administrative Court deemed to be emanations of Turkey, do not offer monetary compensation that will meet your expectations, the extent to which this may be challenged remains uncertain   . . .I believe that, based on the tenor of Demopoulos and others against Turkey case decided by the ECHR and the Namibia Advisory Opinion delivered by the International Court of Justice, the prospects to challenge the unavailability of restitution before an international tribunal are in cases other than the fenced off city of Famagusta or military areas, very low.

Πιστεύω ότι τα πιο πάνω είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικά. Ο Τουρκοκύπριος δικηγόρος πληροφορεί τους πελάτες του ότι δεν θα πρέπει να αναμένουν να ικανοποιηθεί το αίτημά τους για αποκατάσταση και για αποζημίωση για απώλεια χρήσης και ότι το πιθανότερο θα τους επροσφέρετο αποζημίωση για οριστική απώλεια της και όπως ο ίδιος εξηγεί αυτό συνιστά απαλλοτρίωση μάλιστα σ’ εξευτελιστικά ποσά αποζημίωσης πλην κάποιων εξαιρέσεων όπου εξυπηρετούνται σκοπιμότητες . Μετά από τα πιο πάνω βεβαίως, οι Ελληνοκύπριοι ιδιοκτήτες αντιλαμβανόμενοι ότι η διαδικασία ενώπιον της Επιτροπής θα οδηγούσε σε περιπέτειες και ενδεχόμενα στην οριστική απώλεια της περιουσίας τους, αποφάσισαν να αποσύρουν την προσφυγή τους ενώπιον της Επιτροπής.

Το ότι όμως η Τουρκία στοχεύει στην υφαρπαγή των περιουσιών των Ελληνοκυπρίων ιδιοκτητών στα κατεχόμενα προκύπτει και από το εξής τραγικό. Ένας αριθμός Ελληνοκυπρίων ιδιοκτητών πέτυχαν την έκδοση απόφασης εναντίον της Τουρκίας στο ΕΔΑΔ πριν από την απόφαση Δημόπουλος . Αποφάσεις οι οποίες αναγνώριζαν την ιδιοκτησία στις κατεχόμενες περιοχές, διέτασσαν την επιστροφή της περιουσίας και επιδίκαζαν σημαντικά ποσά αποζημίωσης για απώλεια χρήσης. Μεταξύ αυτών που πέτυχαν αυτού του είδους την απόφαση ήταν και η σύζυγός μου για περιουσία της στην περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου στην γνωστή υπόθεση Μύρας Ξενίδη Αρέστης εναντίον Τουρκίας. Τέτοιες αποφάσεις έχουν εκδοθεί και υπέρ άλλων Αμμοχωστιανών, για περιουσία στην περίκλειστη πόλη . Αλλά υπήρξαν και αποφάσεις που δεν αφορούν περιουσία στην Αμμόχωστο αλλά σε άλλες κατεχόμενες περιοχές. Η Τουρκία, όχι μόνο δεν σέβεται αυτές τις αποφάσεις του ΕΔΑΔ, τις περιφρονεί, δεν τις εφαρμόζει, ούτε επιστροφή αποδέχεται, ούτε αποζημίωση πληρώνει, αλλά ζητεί και κάτι άλλο που φτάνει τα όρια της ύβρεως, όχι μόνον έναντι των ιδιοκτητών, αλλά και έναντι του ίδιου του ΕΔΑΔ. Ζητεί από τους ιδιοκτήτες αυτούς όπως προσφύγουν στην Επιτροπή ως η επιτροπή να είναι ανώτερο του ΕΔΑΔ  δικαστικό όργανο και μπορεί να αναθεωρήσει ή να επανεξετάσει την απόφαση του. Οποία αλαζονεία! Αυτή η θέση της Τουρκίας επαναλαμβάνεται και στις παρατηρήσεις τις οποίες υπέβαλε προς την εξ Υπουργών Επιτροπή του Συμβουλίου της Ευρώπης η οποία θα εξέταζε το ζήτημα της άρνησης της Τουρκίας να εκτελέσει τις αποφάσεις του ΕΔΑΔ τον παρελθόντα Σεπτέμβριο. Με τις παρατηρήσεις της που φέρουν ημερομηνία 5 Ιουλίου του 2021, επαναλαμβάνει την ίδια αξίωση. Πολύ εύστοχα ο κ. Αχιλλέας Δημητριάδης δικηγόρος των αιτητών σε πλείστες από αυτές τις υποθέσεις, στην απάντηση του, υπογραμμίζει ότι η Τουρκία προσθέτει  insult to injury. Εάν η Τουρκία γνήσια επιθυμεί την επιστροφή περιουσιών και όχι την υφαρπαγή τους, αυτό που οφείλει  με βάση τις δεσμεύσεις της και τις υποχρεώσεις της που πηγάζουν από την Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης και τις αποφάσεις του ΕΔΑΔ , είναι  να συμμορφωθεί, να επιστρέψει τις περιουσίες και να πληρώσει αποζημίωση. Αλλά άλλοι είναι οι σκοποί της. Η εκτέλεση κάποιων από αυτές τις αποφάσεις εκκρεμεί για πάνω από 15 χρόνια. Είναι προφανές ότι η Τουρκία αρνούμενη να εκτελέσει τις αποφάσεις, θέτει πίεση επί αυτών των Ελληνοκυπρίων, ελπίζοντας ότι τελικώς θα καταφύγουν στην Επιτροπή η οποία βέβαια θα έχει την ευχέρεια ν’ αλλοιώσει την απόφαση  παραχωρώντας εξευτελιστική μάλιστα αποζημίωση γι’ απαλλοτρίωση.

Όσα πιο πάνω έχω αναφέρει ισχύουν και για τις Ελληνοκυπριακές περιουσίες που βρίσκονται στην περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου. Όμως γι’ αυτές η Τουρκία έχει μηχανευθεί κι  άλλους τρόπους για να τις  θέσει κάτω από την ιδιοκτησία της, νομιμοποιώντας την παράνομη κατοχή.   Ισχυρίζεται ότι το μεγαλύτερο μέρος τους ανήκει στο ΕΦΚΑΦ. Όμως πριν προχωρήσω, θέλω να υπενθυμίσω ότι αυτό που σήμερα θεωρείται σαν περίκλειστο τμήμα της πόλης  είναι μόνο το 17% αυτού που περιλαμβανόταν στα Δημοτικά όρια του Δήμου Αμμοχώστου όταν κατελήφθη η πόλις. Το άλλο 83% έχει κατά το πλείστον εποικισθεί μάλιστα δε τα βόρεια τμήματα της  έχουν βάναυσα οικοδομηθεί με παντός είδους κτήρια.

Επανέρχομαι τώρα στο θέμα του ΕΦΚΑΦ. Υποστηρίζεται από τη διοίκηση των Βακουφίων ότι μεγάλο μέρος της περίκλειστης πόλης και πέραν αυτού ανήκει στο ΕΦΚΑΦ και ότι κατά την περίοδο της Αγγλοκρατίας μεγάλο μέρος από αυτή την περιουσία παραχωρήθηκε παράνομα και μεταβιβάστηκε στην αποικιοκρατική κεντρική ή τοπική κυβέρνηση, στην Ελληνορθόδοξη Εκκλησία και σε Ελληνοκύπριους ιδιώτες με ψεύτικες και / η παραποιημένες καταχωρήσεις στα Κτηματολογικά Μητρώα. Αυτή η τοποθέτηση των Τουρκικών Αρχών έχει μεταφραστεί σε νομολογία των Δικαστηρίων του ψευδοκράτους. Θα αναφερθώ πρώτα σε μια παλιά απόφαση του 2005 η οποία εκδικάστηκε ενώπιον του λεγόμενου Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου. Εκδόθηκε στις 27 Δεκεμβρίου 2005. Στην υπόθεση αυτή το ΕΦΚΑΦ ήγειρε αγωγή εναντίον του λεγόμενου Γενικού Εισαγγελέα του ψευδοκράτους και ζητούσε δήλωση του Δικαστηρίου σύμφωνα με την οποία ένα μεγάλο μέρος των περιουσιών της περίκλειστης πόλης ανήκει στο ΕΦΚΑΦ. Τελικώς εξεδόθηκε τέτοια απόφαση, σύμφωνα με την οποία 1472 τίτλοι ιδιοκτησίας που υπολογίζεται στο 95% της περίκλειστης πόλης, ανήκουν στο ΕΦΚΑΦ. Σύμφωνα με την ίδια απόφαση περιουσίες Αμμοχωστιανών που κατ’ ισχυρισμόν ανήκουν στο ΕΦΚΑΦ βρίσκονται και εκτός της περίκλειστης πόλης όπως στον Άγιο Λουκά, στο Κάτω Βαρώσι, στον Άγιο Μέμνονα και στην Δερύνεια.

Μια άλλη σχετική απόφαση από την οποία καταδεικνύεται ότι επιδίωξη των Τουρκικών Αρχών είναι να διεκδικήσουν τις περιουσίες δια του ΕΓΚΑΦ είναι αυτή του Ανωτάτου Δικαστηρίου τους που εκδόθηκε στις 21 Οκτωβρίου 2019. Πρόκειται για την υπόθεση Εταιρεία Ιωάννου εναντίον ΕΦΚΑΦ. Σε αυτή την απόφαση παρ’ όλον ότι αποφασίζεται ότι  η Επιτροπή δεν έχει αρμοδιότητα να εξετάσει κατά πόσον ο τίτλος ιδιοκτησίας τον οποίο παρουσιάζει ενώπιον της ο Ελληνοκύπριος ιδιοκτήτης έχει  οποιαδήποτε ελαττώματα αλλά οφείλει να τον δεχθεί ως έχει, σαφώς αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο το ΕΦΚΑΦ να στραφεί εναντίον του Ελληνοκύπριου ιδιοκτήτη και να διεκδικήσει την περιουσία ενώπιον του λεγόμενου Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου. Επιβεβαιώνει μάλιστα ρητά την ορθότητα της σχετικής απόφασης του 2005. Με αυτό τον τρόπο ακόμη και στην περίπτωση που η Επιτροπή αποφασίσει την απόδοση της περιουσίας στον Ελληνοκύπριο, αυτός μπορεί κάλλιστα να βρεθεί σαν εναγόμενος ενώπιον του λεγόμενου Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου το οποίο βεβαίως και θα εφαρμόσει την νομολογία του Δικαστηρίου του 2005. Να σημειώσω μάλιστα εδώ ότι με την αποκατάσταση εκδίδεται νέος τίτλος του κτηματολογίου τους. Είναι επομένως στη βάση αυτού του νέου τίτλου που ο Ελληνοκύπριος θα υπερασπισθεί τα δικαιώματά του ενώπιον των Δικαστηρίων τους.

Η νομολογία τους όμως είναι αλλοπρόσαλλη. Της υπόθεσης Ιωάννου προηγήθηκε η υπόθεση της KV Mediterranean Tours Ltd V Turkey. Η Εταιρεία προσέφυγε στην Επιτροπή αξιώνοντας αποκατάσταση της περιουσίας της στην περίκλειστη πόλη και αποζημίωση γι’ απώλεια χρήσης. Η Επιτροπή δέχθηκε αίτημα του ΕΦΚΑΦ όπως παρέμβει στη διαδικασία σαν διάδικος αποδεχόμενη το επιχείρημα ότι η περίκλειστη περιοχή και μεγάλα τμήματα της πόλης εκτός αυτής , ανήκουν στο ΕΦΚΑΦ. Αρχικά έγινε δεχτό αίτημα της Εταιρείας ενώπιον πρωτόδικου δικαστηρίου στα κατεχόμενα και εκδόθηκε απόφαση η οποία ανέτρεπε την απόφαση της Επιτροπής. Αυτή όμως η απόφαση τελικά ακυρώθηκε από το Ανώτατο τους Δικαστήριο. Η υπόθεση εκκρεμεί τώρα ενώπιον του ΕΔΑΔ. Αυτά που πρέπει να σημειώσουμε είναι πρώτον ότι η Επιτροπή αποδέχεται ότι το ΕΦΚΑΦ μπορεί να διεκδικεί ενώπιον της τις περιουσίες στην περίκλειστη πόλη, δεύτερον ότι η νομολογία στην υπόθεση Ιωάννου παραμένει σαν μια παράλληλη νομολογία και τρίτον ότι η νομολογία του λεγόμενου Ε.Δ. Αμμοχώστου του 2005, είναι επίσης ισχυρή.  Εν κατακλείδι, το ΕΦΚΑΦ με βάση τα δικαστήρια του ψευδοκράτους και την Επιτροπή είναι σοβαρός διεκδικητής των περιουσιών στην περίκλειστη πόλη.

Βεβαίως γεννάται το ερώτημα κατά πόσον η Επιτροπή αποκλείεται ν’ αποφασίσει αποκατάσταση περιουσιών στην περίκλειστη πόλη  οι οποίες δεν ανήκουν στο ΕΦΚΑΦ. Εν πρώτοις να υπενθυμίσω όσα πιο πάνω ανέφερα, ότι δηλαδή στόχος της Τουρκίας είναι η απόκτηση των Ελληνοκυπριακών περιουσιών στα κατεχόμενα όπως επιβάλλει το Σύνταγμα του ψευδοκράτους, και ότι επιδιώκει την απόκτησή τους με την πληρωμή εξευτελιστικής αποζημίωσης. Όμως δεν αποκλείω ότι η Επιτροπή σ’ ένα πρώτο μάλιστα στάδιο θα επιστρέψει περιουσίες που δε διεκδικούνται από το ΕΦΚΑΦ. Έχει ήδη το ψευδοκράτος, η Τουρκία στην ουσία, αποφασίσει ν’ αποστρατικοποιήσει θέτοντας το κάτω απο την αρμοδιότητα του ψευδοκράτους και ν’ ανοίξει το 3,5% της περίκλειστης πόλης. Πρόκειται για το παλαιότερο τμήμα της, τον πυρήνα του παλιού Βαρωσιού, με κτήρια που λόγω της ηλικίας τους και των 47 χρόνων που παρέμειναν ακατοίκητα ή έχουν καταρρεύσει ή βρίσκονται σε άθλια κατάσταση. Η οικονομική τους αξία είμαι μικρή και η προοπτική τους γι’ ανάπτυξη ακόμη μικρότερη. Η προοπτική των μερικών δεκάδων, οι οποίοι ενδεχόμενα θα πάρουν πίσω την περιουσία τους, να λάβουν πράγματι κατοχή και να παραμείνουν μόνοι μεταξύ ερειπίων είναι μηδαμινή. Θα έχουν να αντιμετωπίσουν σωρεία προβλημάτων. Από αυτό το σημείο και μετά θα είναι εύκολη η μεθόδευση εκ μέρους των αρχών του ψευδοκράτους της απόκτησης των περιουσιών για εξευτελιστικά ποσά. Η απόφαση γι’ άνοιγμα πρώτα αυτού ειδικά του τμήματος της πόλης με την ελάχιστη οικονομική αξία και προοπτική ανάπτυξης, γεννά πολλά ερωτήματα. Ποια η σκοπιμότητα; Γιατί δεν προχώρησαν πρώτα στο άνοιγμα μέρους του παραλιακού μετώπου; Θέλουν να επιστρέψουν περιουσίες σ’ αυτή την υποβαθμισμένη περιοχή για να ενθαρρύνουν προσφυγές στην Επιτροπή και εφαρμόσουν σχέδια απόκτησης των πιο αξιόλογων περιουσιών σε δεύτερο στάδιο; Αυτά τα ερωτήματα θα πρέπει ν’ απαντηθούν έχοντας υπ’ όψιν την μέχρι σήμερα πολιτική της Τουρκίας την οποία εφαρμόζει μέσα από την Επιτροπή. Απόκτηση δηλαδή των περιουσιών με την πληρωμή εξευτελιστικών αποζημιώσεων.

Όμως θα ήθελα, να επισημάνω εν κατακλείδι και τα πιο κάτω. Η Τουρκία καλεί τους κατοίκους της πόλης να επιστρέψουν. Αν γνήσια εννοεί αυτά που λέει, τότε γιατί τους καλεί να προσφύγουν στην Επιτροπή; Γιατί δεν επιστρέφει τις περιουσίες μέσα από απλές διοικητικές διαδικασίες; Έχει στα χέρια της τα αυθεντικά μητρώα του Κτηματολογίου Αμμοχώστου. Θα μπορούσε με ευκολία και σε  σύντομο χρονικό διάστημα να διαπιστώσει ποια περιουσία ανήκει σε ποιον. Γιατί παραπέμπει στις χρονοβόρες και πολύπλοκες διαδικασίες της Επιτροπής; Μήπως επειδή η Επιτροπή έχει την ευχέρεια να αποφασίσει και άλλες θεραπείες πλην της αποκατάστασης; Να εξαναγκάσει στην ουσία τους ιδιοκτήτες να διαθέσουν την περιουσία τους  έναντι εξευτελιστικής αποζημίωσης όπως το σύνταγμα του ψευδοκράτους επιτάσσει; Είναι όμως συναφές και ένα άλλο ερώτημα. Θυμίζω τις αποφάσεις του ΕΔΑΔ στις οποίες διατάχθηκε η επιστροφή περιουσίας στην περίκλειστη πόλη. Η Τουρκία καλεί τους Αμμοχωστιανούς να επιστρέψουν. Γιατί δεν επιστρέφει πρώτα αυτές τις περιουσίες αν γνήσια εννοεί την επιστροφή;

Φτάνοντας στο τέλος αυτής της εισήγησής μου, επιθυμώ ν’ ανοίξω μια παρένθεση και ν’ ασχοληθώ μ’ ένα θέμα που δεν εμπίπτει αυστηρά στα όσα συζητούμε αν και  είναι στην ουσία η αιτία των όσων μας απασχολούν. Έχω ήδη αναφέρει ότι θεωρώ την απόφαση Δημόπουλος, μια θα έλεγα το ολιγότερον ατυχέστατη απόφαση. Είναι μια λανθασμένη απόφαση από άποψη Διεθνούς Δικαίου. Αυτή  στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στην υπόθεση Ναμίμπια η οποία είχε εκδοθεί από το International Court of Justice. Όμως τα γεγονότα εκείνης της υπόθεσης δεν έχουν καμία σχέση με αυτά τα  οποία δημιούργησε η εισβολή και κατοχή από την Τουρκία ενός μεγάλου μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ακόμη και το ίδιο το ΕΔΑΔ αναγνωρίζει αυτή την διαφορά στην παράγραφο 94 της απόφασης του και διαβάζω ένα απόσπασμα: «The Court agrees that the issue before the International Court of Justice was different, and that the situation in Namibia differs from that in Northern Cyprus, in particular since the applicants in these cases are not living under occupation in a situation in which basic daily reality requires  recognition of certain legal relationships but are rather seeking to vindicate, from another jurisdiction their rights to property under the control of the occupying power”. Στη συνέχεια όμως με επιχειρήματα που για μένα δεν είναι καθόλου πειστικά, προσπαθεί να δικαιολογήσει την υιοθέτηση της απόφασης για να στηρίξει τη δική του.

Ένα άλλο σημείο της Δημόπουλος στο οποίο βρίσκω ότι υπάρχει μεγάλη παραδοξότητα είναι το γεγονός ότι δέχεται ότι το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο των κατεχομένων είναι μέρος των ενδίκων μέσων τα οποία θα πρέπει να εξαντληθούν στα κατεχόμενα πριν κάποιος Ελληνοκύπριος αποκτήσει το δικαίωμα να προσφύγει στο ΕΔΑΔ. Πρώτα η Επιτροπή και μετά το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο σε δεύτερο βαθμό.  Και προκύπτει  το ερώτημα. Εφ’ όσον γίνεται αποδεκτό ότι το Ανώτατο Διοικητικό τους Δικαστήριο είναι ικανοποιητικό ένδικο μέσο, τότε προς τι η ανάγκη δημιουργίας της Επιτροπής; Υποτίθεται ότι η Επιτροπή δημιουργήθηκε για να θεωρείται σαν ικανοποιητικό εσωτερικό ένδικο μέσο, στη βάση προδιαγραφών  που θα εξασφάλιζαν την ανεξαρτησία και την αντικειμενικότητα της όπως αυτές καθορίστηκαν από την νομολογία του ΕΔΑΔ. Αυτές οι προδιαγραφές και αυτά τα εχέγγυα δεν ισχύουν στην περίπτωση του Ανωτάτου Διοικητικού Δικαστηρίου των κατεχομένων. Τότε γιατί το δέχεται το ΕΔΑΔ σαν μέρος των εσωτερικών ενδίκων μέσων;

Είναι με βάση αυτές τις δύο τουλαχιστον επισημάνσεις μου που ισχυρίζομαι ότι η απόφαση στην υπόθεση Δημόπουλος είναι ατυχέστατη και λανθασμένη. Δεν ισχυρίζομαι ότι μπορούμε να την παρακάμψουμε γιατί είναι μέρος της νομολογίας του. Αυτό όμως που εισηγούμαι είναι ότι μπορεί να γίνει προσπάθεια αναθεώρησής της από το ίδιο το ΕΔΑΔ. Είναι γνωστό ότι δύσκολα ένα Ανώτατο Δικαστήριο  ανατρέπει την νομολογία του όμως δεν είναι και κάτι που αποκλείεται κάτω από κάποιες προϋποθέσεις. Πιστεύω ότι υπάρχουν περιθώρια να πεισθεί το ΕΔΑΔ για το λανθασμένο της απόφασης του.

Θα κλείσω αυτή την εισήγησή μου η οποία όπως ανέφερα από την αρχή είχε σαν βασικό επιχείρημά της να δείξει ότι σκοπός της Τουρκίας είναι η υφαρπαγή των Ελληνοκυπριακών περιουσιών στα κατεχόμενα και η νομιμοποίησή της μέσα από κατ’ επίφασιν νόμιμες δικαστικές διαδικασίες με ένα απόσπασμα από μια συνέντευξη στην Εφημερίδα Φιλελεύθερος  στις 7 Νοεμβρίου 2021. Είναι της Uzay Bulut της οποίας η συνέντευξη  δεν έχει βεβαίως οποιαδήποτε νομική αξία, αλλά είναι Τουρκάλα δημοσιογράφος και αναλύτρια η οποία κάνει τολμηρές αλλά πικρές παραδοχές για μας όσον αφορά τους στόχους της χώρας της. Αναφέρει επί λέξει « Όσο για την κατοχή της Κύπρου από την Τουρκία, είναι ένα διαρκές έγκλημα. Τα τελευταία 47 χρόνια, σχεδόν το 40% της Κύπρου έχει λεηλατηθεί βάναυσα, ευρισκόμενο υπό τουρκική αιχμαλωσία.

Αυτό που έχει κάνει η Τουρκία στον κατεχόμενο Βορρά είναι εθνοκάθαρση και καταστροφή πολιτιστικής κληρονομιάς.

Συνιστά μια από τις σημαντικότερες περιπτώσεις κλοπής γης και εποικισμού στην σύγχρονη ιστορία».

  • 19/11/2021

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Back to top button