Greek Reports (Ελληνικά)

Το Ενωτικό Δημοψήφισμα το Γενάρη του 1950 και η ιστορική αλήθεια

Η επέτειος του Ενωτικού Δημοψηφίσματος της 15ης Ιανουαρίου 1950 πέρασε σχεδόν απαρατήρητη

Τα ΜΜΕ – έντυπα και ηλεκτρονικά – αλλά και πολιτικοί και πολιτειακοί φορείς απέφυγαν επιμελώς να αναφερθούν στο μεγάλο αυτό ιστορικό γεγονός μήπως και κακοφανιστούν οι Τούρκοι.

Άλλωστε η Κυπριακή Βουλή αυτοεξευτελίστηκε στις 7 Απριλίου 2017 όταν με τις ψήφους ΑΚΕΛ και ΔΗΣΥ έπαιρνε απόφαση να μη γίνεται στο εξής καμιά αναφορά σ’ αυτό το θέμα στα σχολεία για να μη χαλάσει το ‘‘καλό’’ κλίμα για την επίλυση του Κυπριακού.

Λησμονείται, βέβαια, ότι η απόκρυψη σημαντικών ιστορικών γεγονότων αποτελεί βεβήλωση της Ιστορίας ενός τόπου.

Περιμένει ένας να δει αν και η επέτειος της Ελληνικής Επανάστασης, που φέτος κλείει 200 χρόνια, θα αποσιωπηθεί κι αυτή για τους ίδιους λόγους ή από φόβο της νεοφασιστικής Τουρκίας του νεοσουλτάνου Ερντογάν.

Επειδή τα ελάχιστα που γράφτηκαν στις εφημερίδες, κυρίως από αναγνώστες-‘‘γνώστες’’ των γεγονότων είναι λανθασμένα και παραπλανητικά και επικεντρώνονται μάλλον στο ποιος πρώτος είχε την ιδέα να διεξαχθεί δημοψήφισμα, σάμπως και η ουσία είναι αν η ιδέα προήλθε πρώτα από την Αριστερά και ακολούθησε η Εθναρχία ή αν η Αριστερά ακολούθησε την Εθναρχία. Η παρέμβασή μου αυτή αποσκοπεί στην αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας για να σταματήσει επιτέλους η παραχάραξη της Ιστορίας, χάριν ευτελών κομματικών ή πολιτικών σκοπιμοτήτων.

Ποιος υπέβαλε πρώτος την ιδέα για δημοψήφισμα

Ο πρώτος που επίσημα πρόβαλε την ιδέα για δημοψήφισμα, πολύ πιο νωρίς από τις οποιεσδήποτε κινήσεις μέσα στο 1949, ήταν ο αρχιεπίσκοπος Λεόντιος. Ο αρχιεπίσκοπος Λεόντιος στο διάγγελμά του στις 12 Ιουλίου 1947 με το οποίο απέρριπτε την πρόταση των Άγγλων για τη σύγκληση της Διασκεπτικής, κάλεσε τον κυβερνήτη Lord Winster να αναλάβει η Κυβέρνηση τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για να διαφανούν οι πραγματικοί πόθοι και επιθυμίες των Ελλήνων της Κύπρου σε ό,τι αφορά το μέλλον της πατρίδας τους. Το κείμενο του διαγγέλματος του Λεοντίου ήταν σαφέστατο.

Εάν η κρατούσα Δύναμις ήθελε να εξακριβώση την τόσον διάχυτον ενωτικήν αξίωσιν του λαού, ή την θέλησιν αυτού προς απόρριψιν συνταγματικών μεταρρυθμίσεων, ώφειλεν αύτη να προκα-λέση Δημοψήφισμα […] οπότε θα αντελαμβάνετο βέβαια σαφώς η Κυβέρνησις, ότι το μόνον και ομόθυμον του Κυπριακού Λαού αίτημα είναι η Ένωσις της Κύπρου μετά της Ελλάδος…1

Ο Κυβερνήτης, βέβαια, δεν προχώρησε στη διεξαγωγή δημοψηφίσματος, αλλά η ιδέα παρέμεινε ζωντανή. Πέρασε αρκετός χρόνος και σε μια συνάντηση, το φθινόπωρο του 1949, του Σάββα Λοϊζίδη με το μητροπολίτη Κιτίου Μακάριο Κυκκώτη (τον μετέπειτα αρχιεπίσκοπο Μακάριο Γ΄), στο Γραφείο της Εθναρχίας στην Αθήνα, ο καθηγητής της Νομικής στην Πάντειο, Δημήτρης Βεζανής, που παρευρισκόταν στη συνάντηση ‘‘έρριψε’’ την ιδέα για διεξαγωγή δημοψηφίσματος στην Κύπρο. Κατά τη συζήτηση που ακολούθησε κρίθηκε ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα βοηθούσε όντως τον αγώνα των Κυπρίων για διεκδίκηση, μέσω των Ηνωμένων Εθνών, του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης. Ο μητροπολίτης Κιτίου αποδέχτηκε την ιδέα και με την επιστροφή του στην Κύπρο υπέβαλε σχετική εισήγηση στην Ιερά Σύνοδο η οποία στη συνεδρία της στις 18 Νοεμβρίου 1949 την ενέκρινε και αποφάσισε να την προωθήσει στο Εθναρχικό Συμβούλιο,2 Την 1η Δεκεμβρίου το Γραφείο Εθναρχίας ενημερώθηκε από τον Μακάριο για την απόφαση της Ιεράς Συνόδου για διεξαγωγή δημοψηφίσματος και προχώρησε στην προώθησή της στην ολομέλεια του Εθναρχικού Συμβουλίου για τελική απόφαση.3 Στις 5 Δεκεμβρίου συνήλθε η ολομέλεια του Εθναρχικού Συμβουλίου, και αφού μελέτησε την εισήγηση, πήρε την τελική απόφαση να προχωρήσει σε δημοψήφισμα στις 15 Ιανουαρίου 1950.

Τι έκανε η Αριστερά

Κατά το χρόνο που διαδραματίζονταν τα γεγονότα αυτά, το ΑΚΕΛ είχε αναπτύξει έντονη δραστηριότητα για την προώθηση του Κυπριακού. Στις 21 Νοεμβρίου 1949 ενέκρινε σε ευρεία σύσκεψη με συνεργάτες του τη ΛΕΥΚΗ ΒΙΒΛΟ, ένα πολυσέλιδο δίγλωσσο (Ελληνικά και Αγγλικά) υπόμνημα το οποίο στις 23 Νοεμβρίου 1949 διαβίβασε στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ διεκδικώντας αυτοδιάθεση για την Κύπρο. Καλούσε, επίσης, τον Οργανισμό να διεξάγει δημοψήφισμα οπόταν και ‘‘θα διαλύονταν όλες οι αμφιβολίες’’ όσον αφορά τους πόθους των Ελλήνων της Κύπρου. Στη συνέχεια όρισε την Κυριακή 4 Δεκεμβρίου ως ημέρα οργάνωσης παλλαϊκών συγκεντρώσεων σε όλες τις πόλεις της Κύπρου και έναρξης εκστρατείας για τη συλλογή υπογραφών προς υποστήριξη του υπομνήματος του. Η ροή των γεγονότων ήταν τέτοια που κάποιες δράσεις της Εθναρχίας και του ΑΚΕΛ συνέπιπταν χρονικά. Επισημαίνεται ότι η Ιερά Σύνοδος είχε ήδη λάβει στις 18 Νοεμβρίου 1949 απόφαση για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος και την 1η Δεκεμβρίου το Γραφείο Εθναρχίας προέβαινε στην προώθησή της στο Εθναρχικό Συμβούλιο, το οποίο στη συνεδρία του στις 5 Δεκεμβρίου αποφάσιζε όπως ‘‘…κατά την 15ην Ιανουαρίου 1950, ημέραν Κυριακήν, διενεργηθή Παγκύπριον Δημοψήφισμα προς διαδήλωσιν της σταθεράς και αμετακλήτου θελήσεως του Κυπριακού λαού υπέρ της Ενώσεως της Ελληνικής Κύπρου μετά της Μητρός Ελλάδος’’.4

Διαμάχη ως προς το ποιος πρώτος πρότεινε το Δημοψήφισμα

Αναπτύχθηκε, στο μεταξύ μια ρητορική ότι πρώτο το ΑΚΕΛ συνέλαβε την ιδέα για διεξαγωγή δημοψηφίσματος, την οποία οικειοποιήθηκε η Εθναρχία. Μα, όπως ήδη αναφέρθηκε, η ιδέα για διεξαγωγή δημοψηφίσματος πάει πίσω στο διάγγελμα του αρχιεπισκόπου Λεόντιου τον Ιούλιο του 1947 και στη συνέχεια στη συνάντηση στην Αθήνα το 1949 του Μακαρίου Κυκκώτη-Σάββα Λοϊζίδη-Δημήτρη Βεζανή, πολύ πριν από την περίοδο που λήφθηκαν οι κρίσιμες αποφάσεις για το δημοψήφισμα. Ωστόσο το ΑΚΕΛ απέδωσε τις ενέργειες της Εθναρχίας σε αιφνιδιασμό που υπέστη ένεκα των δικών του πρωτοβουλιών και της εξαγγελθείσας εκστρατείας συλλογής υπογραφών προς υποστήριξη του υπομνήματός του, αρχής γενομένης από την Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 1949. Στελέχη του ΑΚΕΛ θεωρούν ότι η έντονη δραστηριοποίηση της Αριστεράς και των συμμάχων της ‘‘…ανησύχησε σφόδρα τους κύκλους της δεξιάς και της Εθναρχίας, που άρχισαν να αισθάνονται το έδαφος να χάνεται κάτω από τα πόδια τους’’.5

Το ΑΚΕΛ και οι σύμμαχοί του εξέδωσαν ανακοίνωση με την οποία σχολιαζόταν η εξαγγελία της Εθναρχίας για δημοψήφισμα και εκφραζόταν κριτική για τη διχαστική πολιτική της και δυσαρέσκεια για την έκφραση αντικομμουνισμού από μέρους της. Όμως, σταθμίζοντας τα πράγματα, το ΑΚΕΛ παραμέρισε τη δυσαρέσκειά του και εξέφρασε την ετοιμότητά του να εγκαταλείψει τη δική του προσπάθεια για συλλογή υπογραφών και να στηρίξει το δημοψήφισμα που εξήγγειλε η Εθναρχία ‘‘…υπό τον όρο και εφ’ όσον θα πεισθεί ότι πρόκειται για ένα πραγματικά ενωτικό δημοψήφισμα’’.6 Ωστόσο, όπως είχε εξαγγείλει το ΑΚΕΛ, συγκροτήθηκαν την Κυριακή, 4 Δεκεμβρίου 1949, επαρχιακές συγκεντρώσεις σε όλες τις πόλεις και άρχισε η συλλογή υπογραφών για το υπόμνημά του.

Ολοταχώς προς το Δημοψήφισμα

Στις 8 Δεκεμβρίου, η Εθναρχία εξέδωσε εγκύκλιο με την οποία καλούσε σύσσωμο τον κυπριακό λαό, ενωμένο και αδιάσπαστο, να ψηφίσει χωρίς επιφύλαξη ‘‘ΕΝΩΣΙΝ ΚΑΙ ΜΟΝΟΝ ΕΝΩΣΙΝ’’. Με την κυκλοφορία της εγκυκλίου της Εθναρχίας, όντως προκλήθηκε αμηχανία στις τάξεις της ηγεσίας της Αριστεράς. Με χωριστές διακηρύξεις τους που είδαν το φως της δημοσιότητας στις 11 Δεκεμβρίου 1949, το ΑΚΕΛ και ο ΕΑΣ γνωστοποιούσαν την απόφασή τους να τερματίσουν τη δική τους προσπάθεια και να υποστηρίξουν χωρίς επιφύλαξη το Δημοψήφισμα που εξήγγειλε η Εθναρχία. Στη διακήρυξή της, αποτεινόμενη προς τον κυπριακό λαό, η ΚΕ του ΑΚΕΛ επεσήμαινε ότι:

Κάτω από τη δική σου πίεση και ύστερα από το ιστορικό διάβημα της λαϊκής παράταξης προς τον Ο.Η.Ε. καταθορύβησες την Εθναρχία και την εξανάγκασες να προκηρύξει ενωτικό δημοψή-φισμα […]. Το κόμμα μας δηλώνει απερίφραστα πως θα ρίξει όλες του τις δυνάμεις στη μάχη του δημοψηφίσματος.7

Και η διακήρυξη του ΑΚΕΛ κατέληγε:

Το ενωτικό δημοψήφισμα της 15ης του Γεννάρη είναι η καλύτερη υποστήριξη του υπομνήματος της λαϊκής παράταξης προς τον Ο.Η.Ε. Όλοι στη μάχη για το δημοψήφισμα. Όλοι με μια φωνή. Ενότητα, συμφιλίωση στην πάλη για την Ένωση. Στις επάλξεις, στον αγώνα, πιστοί και τίμιοι μαχητές στην υπηρεσία του λαού μας.8

Αφού ξεκαθάρισε η κατάσταση στο εσωτερικό μέτωπο, ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος Β΄ ζήτησε με επιστολή του προς τον κυβερνήτη sir Andrew Wright, ημερομηνίας 12 Δεκεμβρίου 1949, να αναλάβει η Κυβέρνηση τη διενέργεια του δημοψηφίσματος, για να έχει ιδίαν αντίληψη περί της εγκυρότητάς του και των πραγματικών πόθων του κυπριακού λαού. Ο κυβερνήτης με επιστολή του, ημερομηνίας 17 Δεκεμβρίου, απέρριπτε την πρόταση της Εθναρχίας, τονίζοντας ακόμα μια φορά ότι η Κυβέρνηση θεωρεί κλειστό το ζήτημα της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα. Στην απάντηση του Κυβερνήτη για μη ανάληψη από την Κυβέρνηση της διεξαγωγής του δημοψη-φίσματος απάντησε, στις 21 Δεκεμβρίου 1949, ο Αρχιεπίσκοπος πληροφορώντας τον ότι εν τοιαύτη περιπτώσει θα αναλάμβανε η Εθναρχία τη διεξαγωγή του, σύμφωνα με την απόφασή της στις 5 Δεκεμβρίου 1949.

Συμπόρευση Αριστεράς και Εθναρχίας

Από τη στιγμή που το ΑΚΕΛ εγκατέλειψε τη δική του εκστρατεία συλλογής υπογραφών για στήριξη του υπομνήματός του στον ΟΗΕ, ρίχτηκε με ενθουσιασμό στη δουλειά για την επιτυχία του δημοψηφίσματος που προκήρυξε η Εθναρχία. Συμμετείχε σε κοινές εξορμήσεις και συγκεντρώσεις στις πόλεις και στα χωριά. Αριστεροί και δεξιοί παράγοντες μιλούσαν από το ίδιο βήμα σε μικτό ακροατήριο από δεξιούς και αριστερούς, καλώντας τους να θέσουν την υπογραφή τους κάτω από το αίτημα : ‘‘Αξιούμεν την Ένωσιν της Κύπρου με την Ελλάδα’’. Ήταν η πρώτη φορά από της εμφάνισης της Αριστεράς ως πολιτικό κόμμα, με την ίδρυση του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου το 1926, που συνέπλεε με την Εθναρχία, και γενικά με τη Δεξιά, στη διεκδίκηση των πόθων των Ελλήνων της Κύπρου. Μάλιστα το ΑΚΕΛ είχε προχωρήσει ένα βήμα πιο μπροστά. Με διακήρυξή του απευθύνθηκε ‘‘…στον Τουρκικό λαό της Κύπρου, κυρίως στους Τούρκους εργάτες, τους Τούρκους αγρότες και φτωχούς εργαζόμενους…’’ ενημερώνοντάς τους για το επικείμενο δημοψήφισμα και καλώντας τους να μην παρασυρθούν ‘‘σε απολίτιστες ανθελληνικές εκδηλώσεις’’, γιατί η ενέργεια αυτή μόνο ζημιά θα μπορούσε να προκαλέσει, τόσο στους Έλληνες όσο και στους Τούρκους της Κύπρου. Τους πληροφορούσε ότι το δημοψήφισμα δεν στρεφόταν εναντίον τους και ότι τα δικαιώματά τους θα περιφρουρούνταν.

Γιώργος Καμηλάρης

Πέραν τούτου τους υποδείκνυε ότι ‘‘…κι’ εσείς οι Τούρκοι θα γνωρίσετε την πραγματική λευτεριά και την πραγματική ευτυχία, που δεν την έχετε γνωρίσει ποτές κάτω από την εγγλέζικη διοίκηση’’.

Και η διακήρυξη κατέληγε:

Κάθε Τούρκος με δημοκρατικές αντιλήψεις θα συμφωνά μαζί μας πως είναι δημοκρατικό δικαίωμα των Ελλήνων κατοίκων αυτού του Νησιού να διακηρύξουν τους πόθους τους, όπως είναι δημοκρατικό δικαίωμα των Τούρκων να ενδιαφέρονται για την περιφρούρηση των δικών τους εθνικών δικαιωμάτων σαν μειονότητας.9

Αυτή είναι η αλήθεια για το Ενωτικό Δημοψήφισμα όπως την κατέγραψε η Ιστορία.

__________________

1 Παναγιώτης Παπαδημήτρης, Ιστορική Εγκυκλοπαίδεια της Κύπρου 1878-1978, Τόμος 8, σ. 68.

2 Σἀββας Λοϊζίδης, Άτυχη Κύπρος: Πώς έζησα τους πόθους και τους καημούς της 1910-1980, σσ. 54-55.

3.Φωνή της Κύπρου, 3 Δεκεμβρίου 1949.

4 Ελευθερία, 6 Δεκεμβρίου 1949.

5 Ανδρέας Φάντης, Ο Ενταφιασμός της Ένωσης σ. 33.

6 Α. Φάντης, ό.π., σσ. 34-35.

7 Α. Φάντης, ό.π., σ. 36.

8 Α. Φάντης, ό.π., σ. 37.

9 Νέος Δημοκράτης, 12 Ιανουαρίου 1950.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Back to top button