Greek Reports (Ελληνικά)

«Ταξίδι στο ανήκειν»: Ποιος ο ρόλος της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στη διαχείριση του προσφυγικού ζητήματος;

Η Κύπρος, λόγω της γεωγραφικής της θέσης, καθώς και της εγγύτητάς της στην «τελούσα υπό διαταραχή» Μέση Ανατολή, έχει μετατραπεί σε δέκτη μεγάλων, αλλά κυρίως δυσανάλογων αριθμών (σε σύγκριση με τη διαχειριστική ικανότητά της) πρόσφυγων και αιτητών πολιτικού ασύλου.

Χαρακτηριστικά, ενώ το 2009 οι αιτητές πολιτικού ασύλου ανέρχονταν περίπου στις 2000, το 2019 ο αριθμός πλησίασε τις 9000. Αναμφίβολα, το προσφυγικό ζήτημα έχει αναχθεί σε θέμα μείζονος σημασίας, το οποίο χρήζει ανάπτυξης αποτελεσματικών πολιτικών δράσεων διαχείρισης του με απώτερο σκοπό την επίτευξη της κοινωνικής συνοχής και την καταπολέμηση των ζημιογόνων συνεπειών στη σχετικά κλειστού τύπου οικονομία του νησιού μας.

Αδιαμφισβήτητα, η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση δύναται να επιτελέσει σημαντικό ρόλο στη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης αναπτύσσοντας δράσεις που στοχεύουν από τη μια μεριά στους ίδιους τους μετακινούμενους πληθυσμούς, και από την άλλη, στην εγχώρια κοινωνία. Η στήριξη των ιδίων των προσφύγων επιτελείται κυρίως μέσω της απρόσκοπτης εισδοχής τους σε ιδρύματα ανωτέρας και ανωτάτης εκπαίδευσης, της παροχής δωρεάν υπηρεσιών ενημέρωσης, συμβουλευτικής, υπεράσπισης, διαμεσολάβησης και υποστήριξης, αλλά και της εφαρμογής δράσεων ενδυνάμωσης και ανάπτυξης ικανοτήτων. Συνάμα, η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση ενεργοποιείται προς τη δημιουργία των κατάλληλων κοινωνικο-πολιτικών και θεσμικών συνθηκών υποστήριξης της συμπερίληψης των προσφύγων διαμέσου της ευαισθητοποίησης της κοινωνίας, της υποστήριξης για διαρθρωτικές, πολιτικές και νομολογικές αλλαγές, την καταπολέμηση των διακρίσεων, του ρατσισμού και της εμπορίας προσώπων, και τέλος της δικτύωσης και συνεργασίας με την κοινωνία των πολιτών.

Στις 17 Δεκεμβρίου του 2018, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ υπερψήφισε τη νέα συμφωνία για τους πρόσφυγες, γνωστής και ως «Παγκόσμιο Σύμφωνο για τους Πρόσφυγες», η οποία αποσκοπεί στη βελτίωση της διεθνούς αντίδρασης στις υφιστάμενες, αλλά και νέες προσφυγικές ροές. Το Σύμφωνο καλεί για μεγαλύτερη υποστήριξη των προσφύγων εκ μέρους των χωρών υποδοχής τους και έχει ως στόχο να ενισχύσει την αυτo-δυναμία των προσφύγων, καταστώντας τους ικανούς να συνεισφέρουν το μέγιστο δυνατόν τόσο στο δικό τους μέλλον, όσο και στην κοινωνία που τους φιλοξενεί. Πολυάριθμα ιδρύματα Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης ανά τον κόσμο έγιναν εταίροι στην προώθηση του Παγκόσμιου Συμφώνου σε εθνικό επίπεδο. Στα πλαίσια της εφαρμογής του Συμφώνου στην Κύπρο, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες έχει συνάψει μνημόνια συνεργασίας με πανεπιστημιακούς φορείς με απώτερο σκοπό να ενισχύσει τις ευκαιρίες πρόσβασης των προσφύγων στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, και ταυτοχρόνως να προετοιμάσει τους φοιτητές, αλλά και τους ηγέτες της νεότερης γενιάς, διαμέσου της καλλιέργειας εξειδικευμένων γνώσεων και δεξιοτήτων διαχείρισης του προσφυγικού ζητήματος.

Κατ’ αρχάς, η παροχή κινήτρων για διευρυμένη εισδοχή των προσφύγων σε πανεπιστημιακά προγράμματα ενισχύει τις ευκαιρίες των νεότερων γενεών προσφύγων για ανάπτυξη δεξιοτήτων που θεωρούνται απαραίτητες στην αγορά εργασίας, όπως γνωστικές, διαπροσωπικές, κοινωνικές, ακαδημαϊκές και ψηφιακές δεξιότητες. Επί παραδείγματι, αρκετά Πανεπιστήμια στην Κύπρο προσφέρουν πλήρεις υποτροφίες, τόσο για συμβατικά προγράμματα, όσο και για προγράμματα εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, σε νεο-αφιχθέντες πρόσφυγες που ενώ πληρούν τα ακαδημαϊκά κριτήρια δεν έχουν την ευκαιρία για πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Παράλληλα προσφέρουν ευκαιρίες εξ αποστάσεως εκπαίδευσης σε πρόσφυγες που διαβιούν σε άλλες χώρες.

Κατά δεύτερον, στη συνεργασία των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων με την Ύπατη Αρμοστεία, εντάσσεται και η ανάπτυξη και προσφορά προγραμμάτων Προσφυγικών Σπουδών και Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης. Η κατανόηση των αιτιών και των συνεπειών της αναγκαστικής μετανάστευσης, αλλά και η πρόσκτηση πνευματικών και πρακτικών δεξιοτήτων για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των προκλήσεων της, διαδραματίζουν ουσιώδη ρόλο στη διαχείριση αποτελεσματικών προγραμμάτων παροχής βοήθειας και στήριξης των προσφύγων. Ως εκ τούτου, τα πανεπιστημιακά ιδρύματα έχουν συμπεριλάβει στα προγράμματα σπουδών τους μαθήματα και σεμινάρια σε γνωστικές περιοχές που συμβάλλουν στην πολύπλευρη προετοιμασία των φοιτητών, αλλά και της κοινωνίας των πολιτών. Χαρακτηριστικά, αναπτύσσονται δράσεις όπως η προώθηση της διδασκαλίας του Διεθνούς Δικαίου για τους πρόσφυγες μέσω τακτών διαλέξεων και εργαστηρίων, η συμμετοχή μεταπτυχιακών φοιτητών σε προγράμματα  πρακτικής άσκησης της Ύπατης Αρμοστείας για τους Πρόσφυγες, και η ανάπτυξη κοινών προγραμμάτων με άλλα Πανεπιστήμια στις Προσφυγικές Σπουδές (Refugee Studies). Ταυτοχρόνως πραγματοποιούνται συνέδρια σε θεματικές περιοχές όπως είναι τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, οι διεργασίες παγκοσμιοποίησης και κοινωνικού μετασχηματισμού, η εγκληματικότητα και η εμπορία προσώπων, και η διαπολιτισμική εκπαίδευση.

Κατά τρίτον, η μεγαλύτερη ίσως συνεισφορά των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων στη διαχείριση του προσφυγικού ζητήματος έγκειται στη διεξαγωγή εμπειρικών ερευνών επί του θέματος. Η ερευνητική διερεύνηση των πιθανών τρόπων προώθησης της κοινωνικο-οικονομικής ένταξης των προσφύγων δύναται να ενισχύσει τις προσπάθειες υποστήριξης του «ευ ζην» των προσφύγων και διασφάλισης της κοινωνικής συνοχής. Δυστυχώς όμως, η ελάχιστη εθνική χρηματοδότηση ερευνητικών προγραμμάτων στις ανθρωπιστικές επιστήμες λειτουργεί συχνά ως τροχοπέδη στην ερευνητική διεργασία στον τομέα αυτό. Τα προγράμματα που έχουν ήδη εφαρμοστεί ή εφαρμόζονται επί του παρόντος αντλούν πόρους κυρίως από ευρωπαϊκές και διεθνείς πηγές όπως το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσφύγων και η Ύπατη Αρμοστεία για τους Πρόσφυγες. Τα συμπεράσματα στα οποία έχει καταλήξει μέχρι τώρα η έρευνα που έχει διεξαχθεί στο κυπριακό συγκείμενο από ακαδημαϊκούς φορείς καταδεικνύουν μεταξύ άλλων την ανεπαρκή διαρθρωτική, φορολογική, νομική και ψυχοκοινωνική υποστήριξη της αυτονομίας, της ανθεκτικότητας και της κοινωνικο-οικονομικής ένταξης των προσφύγων. Παράλληλα, προειδοποιούν ότι, αν και σε μικρότερο βαθμό, οι πατερναλιστικές στερεότυπες στάσεις απέναντι σε όσους θεωρούνται ως ο κοινωνικός «άλλος» εξακολουθούν να κατατρύχουν την κυπριακή κοινωνία, προτείνοντάς συνάμα σημαντικές λύσεις.

Τέλος, η πανεπιστημιακή δράση που αναπτύσσεται στη βάση της κοινωνικής (εταιρικής) ευθύνης, έχει να προβάλει βέλτιστες πρακτικές όπως η προσφορά κοινωνικο-ψυχολογικής υποστήριξης σε πρόσφυγες, η διοργάνωση δραστηριοτήτων ψυχαγωγικού και γνωστικού χαρακτήρα (π.χ. σεμινάρια γλώσσας ή φωτογραφίας) στα Κέντρα Υποδοχής και Φιλοξενίας Αιτητών Ασύλου, καθώς και οι επισκέψεις στους χώρους αυτούς της Κινητής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας με σκοπό τη διεξαγωγή διαγνωστικών τεστ, αλλά και ενημερωτικών ομιλιών (λ.χ. στα Αραβικά) για θέματα υγείας, σεξουαλικής εκπαίδευσης και διατροφής. Μείζονος σημασίας θεωρούνται και τα προγράμματα πληροφόρησης και διά βίου εκπαίδευσης των μεταναστών και προσφύγων στα οποία συμμετέχουν διάφορα ακαδημαϊκά ιδρύματα του νησιού όπως για παράδειγμα το πρόγραμμα ‘Migrant Information Centres’ με σκοπό τη δημιουργία κέντρων πληροφόρησης και υποστήριξης των μεταναστών ή προσφύγων, των οικογενειών και των κοινοτήτων τους, αλλά και το πρόγραμμα ‘Digital Inclusion’ το οποίο επιδιώκει την ανάπτυξη ψηφιακών εργαλείων για την καλύτερη εκπαίδευση και επιμόρφωση των μεταναστευτικών και προσφυγικών πληθυσμών.

Κλείνοντας, σημαντικό είναι να καταγράψουμε τις μελλοντικές προοπτικές της ακαδημαϊκής συνεισφοράς στη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης. Προτείνεται μεταξύ άλλων η συμμετοχή της ακαδημαϊκής κοινότητας στις εξής δράσεις: (α) ερευνητική αξιολόγηση της εφαρμογής των δικαιωμάτων των προσφύγων και των προτύπων μεταχείρισης των αιτούντων άσυλο, (β) διαβούλευση με τη βουλή και άλλους φορείς για σκοπούς βελτίωσης της νομοθεσίας για τους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο, (γ) παροχή τεχνικής βοήθειας, νομικών συμβουλών και άλλων μορφών υποστήριξης στις αρχές για ποιοτική λήψη αποφάσεων με στόχο την ένταξη των προσφύγων, (δ) εκπαίδευση διαφόρων ιθυνόντων της πολιτείας και της κοινωνίας των πολιτών σε βασικά θέματα προστασίας, όπως τα δικαιώματα των προσφύγων, οι συνθήκες υποδοχής των αιτητών ασύλου και η προστασία των παιδιών, (ε) ενίσχυση της ευαισθητοποίησης του κοινού, και (στ) προσφορά στοχευμένων στις ανάγκες της αγοράς προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης και διά βίου μάθησης στους πρόσφυγες.

  • Αναδημοσίευση από το περιοδικό Economy Today
  • Δρ. Χριστίνα Χατζησωτηρίου, PhD in Education, University of Cambridge, UK – Επίκουρη Καθηγήτρια στη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Back to top button